«Κατόπιν ενεργειών μας»: ο βαθύς επαρχιωτισμός της πολιτικής «μας» τάξης

του Αντώνη Δ. Παπαγιαννίδη

Το πρόσφατο επεισόδιο που έφερε σε αντιπαράθεση, στο ολόφωτο επικοινωνιακό προσκήνιο, τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα και τον (υφυπουργό, πλην παρά τω Πρωθυπουργώ και) Κυβερνητικό Εκπρόσωπο Γιάννη Οικονόμου, αμφοτέρους βουλευτές (και υποψηφίους στις επόμενες εκλογές…) Φθιώτιδος, με αντικείμενο ποιος πρώτος/ποιος περισσότερο προώθησε την χρηματοδοτική στήριξη των ελαιοπαραγωγών της περιοχής, αναδεικνύει ένα συνεχιζόμενο φαινόμενο που τραυματίζει την πολιτική τάξη – όλη, σταθερά – στην Ελλάδα του 2021. Θυμίζοντας στιγμές των απαρχών του Ελληνικού Κράτους, του Μεσοπολέμου ή και του ύστερου 19ου αιώνα.

Η επιτραπέζια ελιά της Ανατολικής Φθιώτιδας υπέστη πλήγμα λόγω κορωνοϊού. Το ΥΠΟΙΚ μαζί με το Γεωργίας αναζήτησαν και βρήκαν πόρους αντιστάθμισης – δουλειά τους είναι, μεταξύ πολλών άλλων! Οπότε ο υπουργός Οικονομικών εξέδωσε σχετική ανακοίνωση. πλην ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος έσπευσε, με δική του ανακοίνωση, να αναδείξει ότι ο ίδιος (μαζί με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης Σπήλιο Λιβανό – αυτός βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας, άρα αθώος υποψίας εν προκειμένω) είχε ξεκινήσει την προσπάθεια, δημοσιοποιώντας μάλιστα το σχετικό έγγραφο. Όταν το διεπίστωσε αυτό ο ΥΠΟΙΚ – πολιτικός με ρίζες τοπικές αλλά και με αναγωγή στον πυρήνα της Ν.Δ. καθώς ο πατέρας του Κώστας ήταν διευθυντής του Γραφείου του Κώστα Καραμανλή, πολύ προτού βρεθεί ο γιος του στο ΥΠΟΙΚ επί Σαμαρά – αντεπετέθη με έντονο τρόπο. Σημειώνοντας (δημοσίως…) ότι το εν λόγω έγγραφο που διεκίνησε ο Γ. Οικονόμου ούτε αριθμό πρωτοκόλλου είχε, ούτε υπογραφές, είχε δε και λάθος αποδέκτες!

Μπορεί το επεισόδιο αυτό να φέρνει κάπως από Βατραχομυομαχία – την σαγηνευτική παρωδία της Ομηρικής Ιλιάδας – όμως φέρνει στην επιφάνεια ένα σοβαρό, δυσάρεστο γνώρισμα του πολιτικού συστήματος της Ευρωπαϊκής, εκσυγχρονισμένης ψηφιοποιούμενης κλπ. Ελλάδας του 2021. Σταθερά οι αστέρες της πολιτικής «μας» τάξης – και, για νάμαστε δίκαιοι, δε, οι Σταϊκούρας-Οικονόμου δεν είναι και από τα χειρότερα δείγματα… – πασχίζουν να πείσουν τους (αυριανούς, ιδίως) ψηφοφόρους ότι «κατόπιν ενεργειών τους» προχωρούν τα πράγματα. Το παλιό εκείνο «θα σας χτίσουμε γεφύρια!»/ «μα δεν έχουμε ποτάμια!» / «θα σας χτίσουμε σχολεία!» /  «μα δεν έχουμε παιδιά!…»/ «θα σας φτιάξουμε και παιδιά!» συνεχίζεται – με εκσυγχρονισμένο μεν πεδίο εφαρμογής, αλλά πανομοιότυπο στον πυρήνα του.

Το πιο πικρό είναι ότι το ίδιο αυτό φαινόμενο επεκτείνεται και στην κορυφή της πολιτικής πυραμίδας. Πόσες φορές, για παράδειγμα, μέσα στην πανδημία δεν είδαμε να αναμέλπονται ύμνοι προς καθοριστικές πρωτοβουλίες του Κυριάκου Μητσοτάκη, Πρωθυπουργού, την μια για να  καθιερωθεί το Green Pass/Πιστοποιητικό Εμβολιασμού σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, την άλλη για να προχωρήσει το Ταμείο Ανάκαμψης/Next Generatiοn EU, την άλλη για να αποκτήσει δυναμική η ενεργειακή μετάβαση σε Ευρωπαϊκά – πάλι – πλαίσια. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι το φαινόμενο αυτό έχει βάθος χρόνου, μεγάλο: είχε λάβει ιδιαίτερη ένταση τα χρόνια του Ανδρέα Παπανδρέου, όταν – μετά την αντιΕυρωπαϊκή του φάση, η οποία έληξε λίγο μετά την ανάληψη της εξουσίας – κάθε τόσο μαθαίναμε ποιες πρωτοβουλίες του τότε Έλληνα Πρωθυπουργού «οδηγούσαν» την Ευρώπη: και καλά τα ΜΟΠ/Ολοκληρωμένα Μεσογειακά Προγράμματα που ήταν αμέσου Ελληνικού Ενδιαφέροντος, αλλά και οι κατά καιρούς αναθεωρήσεις των Διαρθρωτικών Ταμείων, η διεκδίκηση πόρων αλλά και η δημιουργία συνολικής Πολιτικής Συνοχής της ΕΕ – όλα ανάγονταν σε πρωτοβουλία του Έλληνα Πρωθυπουργού . Μαζί και με πτυχές της εξωτερικής (μη-) πολιτικής της Ένωσης. Το ίδιο φαινόμενο ζήσαμε και επί Κώστα Σημίτη, σε ακόμη πιο κεντρικά θεσμικά ζητήματα όπως π.χ. του (ατυχήσαντος) ΕυρωΣυντάγματος ή της πολιτικής ΕΕ για τα Δυτικά Βαλκάνια (η οποία ξηλώνεται με μπρίο επί των ημερών μας). Όχι πώς πρωτοβουλίες Ελληνικές δεν υπήρξαν, αλλά νόημα είχαν μόνον επειδή συνέπλεαν με – πολλών – άλλων τις προτεραιότητες.

Και όμως: η εκφώνηση – και , βέβαια, η μηντιακή φιλοξενία, με ποικίλες αποχρώσεις ενθουσιασμού – του «κατόπιν ενεργειών μας», θεωρείται ότι οδηγεί τα πολιτικά πράγματα. Με επιτυχία.

Και καταλήγει κανείς να διερωτάται: μήπως έχουν δίκιο;