B. Βενιζέλος, Αντ. Σαμαράς, Αλ. Τσίπρας – και το βάρος της πραγματικότητας
του Αντώνη Δ. Παπαγιαννίδη
Δύσκολα θα έλεγε κανείς ότι υπάρχουν κοινά στοιχεία που να συνδέουν τον (αποσυρμένο από την κυρίως πολιτική σκηνή, αλλά πάντα δραστήριο στον δημόσιο λόγο) Βαγγέλη Βενιζέλο, τον (μέχρι προ ολίγου θεωρούμενο αποστασιοποιημένο από τα πράγματα, ωστόσο πάντοτε πολιτικά ενεργό) Αντώνη Σαμαρά και τον (εξ ορισμού κεντρικής σημασίας ως επικεφαλής της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, αν και με δυσκολίες στο να κρατήσει το προσκήνιο) Αλέξη Τσίπρα. Η αλήθεια είναι βέβαια ότι οι δυο πρώτοι συνυπήρξαν ως – σχεδόν – ισοϋψείς πυλώνες της Κυβέρνησης του 2012-14, αλλά και πάλιν άβυσσος πολιτική εθεωρείτο ότι τους χώριζε έως τότε. Σίγουρα, δε, και οι τρεις είχαν/έχουν την ιδιότητα του κεντρικού πολιτικού συντελεστή σε κοντινό ορίζοντα. Και πάλι όμως: δύσκολα θα ανασύρει ουσιαστικά κοινά στοιχεία που να τους συνδέεις.
Φθάσαμε όμως στο σήμερα. Και ανέκυψε σημαντική συνδετική ουσία… η πραγματικότητα.
Τι εννοούμε; Για να πιάσουμε τους τρεις με αλφαβητική σειρά – την μόνη ανεπίληπτη, άλλωστε – είδαμε τον Βαγγέλη Βενιζέλο τρεις φορές σε διάστημα δυο εβδομάδων να διεκδικεί με μεγάλη αποτελεσματικότητα το μετερίζι της κριτικής εναντίον της Κυβέρνησης – η οποία δεν θάλεγε κανείς ότι του είναι εξόχως αντιπαθής, πάντως με τίποτε «βασικός αντίπαλος» όπως π.χ. «το σύστημα ΣΥΡΙΖΑ». Μια φορά όταν τοποθετήθηκε εντόνως επικριτικά για την στάση της Κυβέρνησης στην υπόθεση Ελπιδοφόρου. Την δεύτερη όταν ανέλυσε με τον γνωστή του (και) νομική διεξοδικότητα την Γάλλο-Ελληνική Συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας και αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής, και μάλιστα τις αδυναμίες της (δεν καλύπτεται κάτι πέρα από την επικράτεια, άρα μένει εκτός ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα; πώς διαπιστώνεται «από κοινού» η ένοπλη επίθεση;) Την τρίτη όταν κάλεσε, πολιτική ηγεσία και επιστημονική κοινότητα, να εξηγήσουν γιατί οι θάνατοι από Covid-19 στην Ελλάδα βρίσκονται στο σχεδόν υψηλότερο επίπεδο της ΕΕ.
Μικρό άλμα, τώρα, από την αλφαβητική σειρά – στον Αλέξη Τσίπρα, πάντως στην Αξιωματική Αντιπολίτευση. Γιατί τυχαίνει και στα τρία αυτά πεδία την άποψη/στάση/ανάλυση Βενιζέλου να υιοθέτησε η ως άνω Αξιωματική Αντιπολίτευση και ο αρχηγός της αυτοπροσώπως. Και στην μεν υπόθεση Ελπιδοφόρου, η εξοικείωση Β.Β. με τα εκκλησιαστικά αλλά και με τις άκριες της εξωτερικής πολιτικής είναι τέτοια, ώστε σχεδόν θα το ανέμενε κανείς παρέμβαση lege artis. Όμως και στην επισήμανση των αδυναμιών της συνθήκης Ελλάδας-Γαλλίας, αλλά και στην διατύπωση ανησυχίας για τους νεκρούς της πανδημίας η Αξιωματική Αντιπολίτευση ακολούθησε την ίδια λογική ενόψει της ψήφισης (ή: μη-ψήφισης) της Συμφωνίας Ελλάδας-Γαλλίας στην Βουλή και στην υπόθεση της πανδημίας που (ξανα)ξεφεύγει υπήρξε επίκαιρη ερώτηση Τσίπρα προς Μητσοτάκη, μάλιστα με την τιτλοφόρηση «θα αναλάβει ο Πρωθυπουργός την ευθύνη για τα καταστροφικά αποτελέσματα της Κυβέρνησής του στην διαχείριση της πανδημίας;»
Πάμε όμως πίσω στην αλφαβητική σειρά. Ο Αντώνης Σαμαράς και παλιότερα – μιλώντας στην Καθημερινή – και εντελώς πρόσφατα – συνεντευξιαζόμενος στα Νέα – στράφηκε πολύ ξεκάθαρα εναντίον πυλώνων της σημερινής κυβερνητικής πολιτικής. Έχει διακηρύξει ότι «δεν συζητάμε με πειρατές» την στιγμή που οι διερευνητικές συνομιλίες με την Τουρκία αποτελούν βασική γραμμή της Κυβέρνησης – μάλιστα με Χάγη στο βάθος. Έχει ξεκαθαρίσει ότι η Συμφωνία των Πρεσπών τον βρίσκει αντίθετα «κάθετα» (όπως λέγαμε παλιά), και τούτο την στιγμή που ο Κυριάκος Μητσοτάκης προωθεί την διαπραγμάτευση για ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στην ΕΕ. Έχει αντιταχθεί στα ανοίγματα της Ν.Δ. επι Μητσοτάκη σε μια λογική Ποταμιού και την αντίστοιχη διεύρυνση.
Δεν έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, εδώ, να ξεχωρίσει κανείς ποιος έχει κάνει ποιαν δημόσια διατύπωση πρώτος (και πώς) και ποιος ακολούθησε (κι επίσης πώς). Γιατί η πολιτική λειτουργία κρίνεται εκ του αποτελέσματος. Και αν το αποτέλεσμα του τραντάγματος Βενιζέλου ή της μη-στήριξης Σαμαρά οδηγήσει σε ολισθηρό έδαφος την Κυβέρνηση Μητσοτάκη, ή αν η διεκδίκηση πολιτικού εδάφους στην Βουλή από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι εκείνη που φέρει αυτό το αποτέλεσμα, είναι κάτι που έχει κυρίως οπαδικό ενδιαφέρον.
Γιατί… πέρα και πάνω απ’ όλους αυτούς τους σημαντικούς και προβεβλημένους συμπολίτες μας υπάρχει κάτι το πολύ ισχυρότερο: η πραγματικότητα. Ναι ή όχι ξεπεράσαμε σε νεκρούς της πανδημίας πολλές ομοταγείς με την Ελλάδα χώρες; Ναι ή όχι σε εμβολιαστικό αποτέλεσμα μένουμε όλο και πιο πίσω; Ναι ή όχι έπρεπε/πρέπει να αναζητήσει η Ελλάδα επαυξημένη στήριξη σε μια χώρα όπως η Γαλλία (αύριο, με την MDCA/συμφωνία για τις Βάσεις, όπως οι ΗΠΑ); Ναι ή όχι μπορούσε να επιτευχθεί καλύτερο αποτέλεσμα – και αν δεν μπορούσε ήταν προτιμότερο το τίποτε; Αυτά είναι τα ερωτήματα, που θέτει η πραγματικότητα – όχι η πολιτική αντιδικία.