Η Κίνα καλείται να αντεπεξέλθει στην προσπάθεια των ΗΠΑ να την απομονώσουν οικονομικά και να την αποδομήσουν τεχνολογικά

Οικονομική Επιθεώρηση, Νοέμβριος 2022, τ.1024

ΚΙΝΑ

του Βασίλη Τρίγκα*

«Πρωτόγνωρες αλλαγές απαρατήρητες σε έναν αιώνα»: Αυτή είναι η πλέον χαρακτηριστική φράση του Κινέζου προέδρου Σι Ζινπίνγκ, ευρισκόμενη σε σειρά ομιλιών του. Αυτή τη φράση επανέλαβε ο Σι στο 20ό  Συνέδριο του Κομουνιστικού Κόμματος της Κίνας (ΚΚΚ) για να περιγράψει τις τεκτονικές αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στο διεθνές σύστημα. Αποχρώσα αιτία αυτών των «κοσμογονικών» αλλαγών για την κινεζική ηγεσία είναι η μετεωρική ανάπτυξη της Κίνας από μια οικονομία με μέγεθος ΑΕΠ ίσο με αυτό της Ισπανίας το 1978 στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία σήμερα σε όρους ονομαστικής ισοτιμίας ή στη μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως σε όρους αγοραστικής ισχύος (Purchasing Power Parity/PPP). Πράγματι, με τις ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις (opening up and reform) που προέταξε ο Ντενγκ Σιαοπίνγκ στην 3η Ολομέλεια της 11ης Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΚ τον Δεκέμβρη του 1978, η Κίνα ξεκλείδωσε την ανεκμετάλλευτη οικονομική της δυναμική. Για τις ακόλουθες τέσσερις δεκαετίες, από το 1978 μέχρι το 2018 ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας σε ετήσια βάση ήταν 9,5%, δημιουργώντας μια περίοδο «οικονομικού θαύματος» που ξεπερνά τόσο σε κλίμακα μεγέθους όσο και σε διάρκεια τα οικονομικά θαύματα των τίγρεων της Ασίας (Νότια Κορέα, Σιγκαπούρη, Ταϊβάν, Χονγκ Κονγκ), αλλά και της Ιαπωνίας.

Κατάρρευση… προφητειών

Κατά τη διάρκεια του κινεζικού οικονομικού θαύματος υπεραφθονούσαν οι κασσάνδρειες προβλέψεις για την επικείμενη κατάρρευση της κινεζικής οικονομίας. Το 2001 ο Γκόρντον Τσανγκ –υπερπροβαλλόμενος αναλυτής (pundit) των αμερικανικών ειδησεογραφικών καναλιών– εξέδωσε το βιβλίο του «Η επικείμενη κατάρρευση της Κίνας». Κάθε χρόνο από τότε ο Τσανγκ προέβλεπε τη συντριβή της κινεζικής οικονομίας επευφημούμενος από ένα ευήκοο κοινό νεοφιλελεύθερων οικονομολόγων. Η ιστορία όμως έχει τη δική της εκκωφαντική φωνή: Οι ιδεολογικές προφητείες για την κατάρρευση της Κίνας ήταν αυτές που κατέρρευσαν και όχι η Κίνα. Το 2010 το κινεζικό ΑΕΠ ξεπέρασε το ιαπωνικό και η ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας μετά τη Μεγάλη Ύφεση (Great Recession) του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού το 2008 αποτέλεσε την ατμομηχανή της παγκόσμιας οικονομίας, συμβάλλοντας σχεδόν κατά το ήμισυ στην αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ για τα επόμενα δέκα χρόνια.

Οι κασσάνδρειες προβλέψεις έχουν όμως προσφάτως επανέλθει στην επικαιρότητα, εστιάζοντας σε δύο αρνητικές δυναμικές της κινεζικής οικονομίας: την πτώση της οικονομικής μεγέθυνσης σε επίπεδα αρκετά χαμηλότερα από αυτά των δεκαετιών του οικονομικού θαύματος και, δεύτερον, την υπερεπέκταση της αγοράς ακινήτων σε συνδυασμό με αυξανόμενο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος. Σε αυτές τις δύο δυναμικές μπορεί να προστεθούν και οι δυσοίωνες προβλέψεις δημογραφικής γήρανσης της Κίνας.

Απαλή προσαρμογή

Ο δείκτης της οικονομικής μεγέθυνσης αυτής καθαυτής όμως δεν τεκμηριώνει καμία κατάρρευση της κινεζικής οικονομίας παρά μόνο μια φυσική προσαρμογή – μια απαλή προσγείωση στη μετα-θαυματουργή εποχή (soft landing rather than hard landing). Οι δηλώσεις Κινέζων οικονομολόγων με επιρροή στην άσκηση οικονομικής πολιτικής αναφέρουν ότι η Κίνα προσδοκά έναν μέσο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ κοντά στο 5% για αυτή τη δεκαετία και διπλασιασμό του ΑΕΠ από τα επίπεδα του 2020 το 2035. Αρκετοί αναλυτές εστιάζουν μονοσήμαντα στην παρούσα απόκλιση από αυτόν τον στόχο (οι προβλέψεις για το 2022 είναι για αύξηση λίγο πάνω από το 3%), προβλέποντας όχι μόνο υστέρηση αλλά και ενδεχόμενη κατάρρευση. Αυτή η λογική είναι όμως εσφαλμένη διότι τα σχετικώς δυσμενή οικονομικά αποτελέσματα του 2022 αποτελούν απόρροια των δρακόντειων μέτρων εντός της Κίνας για τον περιορισμό της πανδημίας της Covid-19 (Zero Covid Policy). Οι προσδοκίες είναι ότι η πολιτική αυτή θα αναθεωρηθεί, εάν όχι αμέσως μετά το 20ό  Συνέδριο, τότε στις αρχές του 2023 μετά τη νομοθετική σύνοδο (liang hui). Είναι δηλαδή εμφανές ότι η σημερινή υποαπόδοση της κινεζικής οικονομίας αποτελεί την εξαίρεση που θα επιβεβαιώσει τον κανόνα. Στη μετά Covid εποχή η κινεζική οικονομία θα επανέλθει δριμύτερη (bounce back), παλινδρομώντας στον μέσο όρο του 5% (regressing to the mean). Οι δε κινεζικές αρχές, αποφεύγοντας την επεκτατική νομισματική πολιτική που ακολούθησαν οι δυτικές οικονομίες, αντιμετωπίζουν ένα χαμηλό πληθωριστικό περιβάλλον και έχουν περιθώρια τόνωσης της ενεργούς ζήτησης με νομισματική επέκταση εάν αυτό καταστεί αναγκαίο.

Αυτό που χρειάζεται λοιπόν ένας στρατηγικός οικονομικός αναλυτής είναι να παρακάμψει τον θόρυβο των οικονομολογούντων ιδεολόγων τύπου Γκόρντον Τσανγκ με τις δυσοίωνες προφητείες και να παρατηρήσει προσεκτικά τους μακροοικονομικούς πυλώνες (macro-economic fundamentals) πάνω στους οποίους στηρίζεται η κινεζική οικονομία. Η εκκίνηση πρέπει να γίνει αποδομώντας παρερμηνείες για την κρίση του τομέα ακινήτων και την τάση του δημοσίου χρέους.

Αγορά ακινήτων

Αδιαμφισβήτητα, ο σημαντικός για την κινεζική οικονομία τομέας ακινήτων είναι σε κρίση και το Πεκίνο καλείται να λάβει δύσκολες μεταρρυθμιστικές αποφάσεις. Η Κίνα όμως έχει τόσο τη δημοσιονομική όσο και τη στρατηγική ανεξαρτησία για να επιβάλει επίπονες μεταρρυθμίσεις χωρίς να ακολουθήσει την υφεσιακή πορεία που ακολούθησε η Ιαπωνία από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 μέχρι και σήμερα, προσπαθώντας να επιλύσει παρόμοια προβλήματα.

Στον στρατηγικό τομέα η Κίνα δεν είναι διατεθειμένη να συνθηκολογήσει δίνοντας γη και ύδωρ στις ΗΠΑ, όπως έπραξε η Ιαπωνία με την καταστροφική συμφωνία Plaza το 1985, η οποία ουσιαστικά δυναμίτισε την ανταγωνιστικότητα των ιαπωνικών εξαγωγών. Η Κίνα σήμερα έχει εμπορικό πλεόνασμα ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων, που σημαίνει ότι εξάγει κεφάλαια και διαρθρωτικά η ισχύς της Κίνας στις διεθνείς εφοδιαστικές αλυσίδες έχει αυξηθεί. Αυτό το πλεονέκτημα δύσκολα θα χαθεί στο άμεσο μέλλον.

Επιπροσθέτως, η Κίνα έχει το δημοσιονομικό περιθώριο για σταδιακή απομόχλευση της αγοράς ακινήτων σε συνδυασμό με μια φιλολαϊκή στεγαστική πολιτική. Ήδη διάφορα χρηματοοικονομικά σχήματα απομόχλευσης δοκιμάζονται και οι κρατικές ενισχύσεις σε αυτά τα σχήματα έχουν χαρακτήρα κοινωνικής αναδιανομής, αμβλύνοντας κοινωνικές εντάσεις. Έτσι, ενώ κορυφαία οικονομικά περιοδικά προέβλεπαν υπαρξιακή κρίση για την αγορά ακινήτων το 2020-21, σήμερα –σχεδόν τρία χρόνια αργότερα– η έκρηξη δεν έχει επέλθει. Για μία ακόμη φορά οι δυσοίωνες προβλέψεις για την κινεζική οικονομία δεν επιβεβαιώθηκαν.

Κινεζικό χρέος

Όπως το έχει θέσει ο Γιουκόν Χουάνγκ του Carnegie Endowment for International Peace, «η Κίνα αψηφά τις τυπικές ταξινομήσεις. Τα χρηματοοικονομικά και δημοσιονομικά μεγέθη της σε καμία περίπτωση δεν υποδεικνύουν μια επικείμενη στιγμή Lehman, παρόλες τις περιοδικές προειδοποιήσεις για το αντίθετο». Το πρόβλημα του χρέους της Κίνας διαφέρει από παρόμοιες περιπτώσεις κρίσεων άλλων χωρών στο ότι το χρέος της συγκεντρώνεται στον κρατικό τομέα και όχι σε ιδιωτικούς πράκτορες και προέρχεται από εγχώρια και όχι εξωτερικά κέντρα. Οι δε τρέχουσες προκλήσεις της μπορεί να είναι πράγματι περίπλοκες, αλλά η οικονομική κατάσταση στα τέλη της δεκαετίας του 1990 ήταν πιο σοβαρή – και ακόμη και τότε οι δυσκολίες αποδείχθηκαν διαχειρίσιμες με σώφρονα μεταρρυθμιστική πολιτική και με ισχυρά εργαλεία κρατικού παρεμβατισμού. Δύο κρίσιμα «εργαλεία στρατηγικού οικονομικού παρεμβατισμού» αποτελούν: η έκτακτη εθνικοποίηση αναξιοπαθούντων στοιχείων (distressed assets), που υπερισχύει των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, και η ικανότητα της Κίνας για δημοσιονομική επέκταση, καθώς η επανάσταση των άμεσων πληρωμών (cashless) μπορεί να ενισχύσει τα εθνικά φορολογικά έσοδα.

Δημογραφικό

Τι συμβαίνει όμως με το δημογραφικό πρόβλημα; Υπάρχουν εργαλεία για την επίλυσή του; Η δημογραφική βόμβα, αν και πράγματι υπαρκτή, υποεκτιμά τη δυναμική κινητοποίησης του κινεζικού κράτους. Για παράδειγμα, μέσα σε λίγες εβδομάδες το 2021 η Κίνα εξαέρωσε ιδιωτικούς φροντιστηριακούς κολοσσούς (κεφαλαιοποίησης δισεκατομμυρίων) σε μια προσπάθεια μείωσης του κόστους διαβίωσης για οικογένειες με παιδιά. Αυτή ήταν η πιο δραστική παρέμβαση μιας σειράς άλλων παρεμβάσεων προνοιακού χαρακτήρα που επιχειρούν να βελτιώσουν τα κίνητρα για τεκνοποίηση, να αυξήσουν δηλαδή τον δείκτη γεννητικότητας (birth rate). Επιπροσθέτως, στην Ένωση των Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ΕΧΝΑ) η Κίνα έχει μια δεξαμενή 300 εκατομμυρίων, από την οποία μπορεί να αντλήσει οικονομικούς μετανάστες με κουλτούρα σχετικά συναφή με τη δική της – και συνεπώς αφομοιώσιμους (από τα 670 εκατομμύρια πληθυσμού της ΕΧΝΑ σχεδόν ο μισός πληθυσμός έχει βουδιστικό ή κομφουκιανικό πολιτιστικό υπόβαθρο). Η δε δημογραφική βόμβα μπορεί να αδρανοποιηθεί περαιτέρω με άμεσες κινεζικές επενδύσεις σε περιοχές με νεανικούς πληθυσμούς και ραγδαίο εκμοντερνισμό, όπως στην ΕΧΝΑ, στην Αφρική και την Υποήπειρο (Subcontinent – Ινδία, Μπαγκλαντές, Πακιστάν). Είναι ιδίως σε αυτές τις περιοχές όπου εστιάζει επενδυτικά το κινεζικό πρόγραμμα «Μία Ζώνη-Ένας Δρόμος» (ευρύτερα γνωστό ως Δρόμος του Μεταξιού). Οι δε κινεζικές εξαγωγές στον παγκόσμιο Νότο σχεδόν διπλασιάστηκαν τα τελευταία δύο χρόνια και είναι διπλάσιες από αυτές στις ΗΠΑ.

Φυσικά, καμία από τις τρεις αναφερθείσες παρεμβάσεις δεν αποτελεί από μόνη της πανάκεια για τη δημογραφική γήρανση, όμως ο συνδυασμός αυτών μπορεί να βελτιώσει τόσο τον δείκτη γεννητικότητας (προνοιακές πολιτικές) όσο και τις κεφαλαιακές αποδόσεις των ασφαλιστικών ταμείων (επενδύσεις και μεταβολή στην αναλογία εξάρτησης – dependency ratio με προσέλκυση μεταναστών), αμβλύνοντας τις μακροχρόνιες αρνητικές επιπτώσεις στο ΑΕΠ. Τέλος, η μεγάλη έμφαση που προσδίδει η Κίνα στη βιομηχανία 4.0, με τον ραγδαίο αυτοματισμό και την ενσωμάτωση έξυπνων πληροφοριακών μοντέλων τεχνητής νοημοσύνης, εξοικονομεί μεσο-μακροπρόθεσμα φθηνό εργατικό δυναμικό και μειώνει τη δημογραφική πίεση στην οικονομική μεγέθυνση.

Ο κρυφός άσσος

Είναι ακριβώς αυτός ο τομέας των καινοτόμων τεχνολογιών και της νέας βιομηχανικής επανάστασης που ίσως αποτελεί τον κρυφό άσσο (wild card) για το μέλλον της κινεζικής οικονομίας, μιας και σε αυτόν έχει επενδύσει την πολιτική του νομιμοποίηση το ίδιο το ΚΚΚ. Είναι σε αυτόν όμως τον τομέα που η Κίνα έχει να αντιμετωπίσει ένα εξωτερικό περιβάλλον πολύ δυσχερέστερο, πολύ πιο περιοριστικό από αυτό των προηγούμενων δεκαετιών του οικονομικού της θαύματος. Τότε οι ΗΠΑ υπήρξαν αρωγός και παραστάτης σε μια εποχή σύμπλεξης (engagement), ενώ σήμερα δρουν παρεμποδιστικά σε μια εποχή αποδέσμευσης (decoupling / disengagement).

Αμέσως μετά την πρόσφατη ανακοίνωση δρακόντειων περιορισμών εξαγωγών μικροτσίπ από τις ΗΠΑ στην Κίνα, ένα στέλεχος της βιομηχανίας τσιπ είπε ότι οι ΗΠΑ επιτίθενται στην Κίνα «από όλες τις οπτικές γωνίες». «Το εκπληκτικό με αυτή την κίνηση είναι ότι οι ΗΠΑ έχουν συγκεντρώσει μια ολόκληρη σειρά εργαλείων», είπε το στέλεχος. «Δεν στοχεύουν μόνο σε στρατιωτικές εφαρμογές, αλλά προσπαθούν να εμποδίσουν την ανάπτυξη της κινεζικής τεχνολογικής ισχύος με κάθε μέσο». Εδώ λοιπόν εδράζεται το μείζον στρατηγικό στοίχημα για το μέλλον της κινεζικής οικονομίας και για το ίδιο το μέλλον του ΚΚΚ. Θα μπορέσει η Κίνα να αντεπεξέλθει στην προσπάθεια των ΗΠΑ να την απομονώσουν οικονομικά και να την αποδομήσουν τεχνολογικά; Οι στρατηγικές κατευθύνσεις του Ντενγκ Σιαοπίνγκ ίσως παραμένουν πιο επίκαιρες από ποτέ. Μια Κίνα ανοικτή και ανεκτική, με την ικανότητα να παράγει επταπλάσιους μηχανικούς και επιστήμονες από τις ΗΠΑ κάθε χρόνο αλλά και να προσελκύει ανθρώπινο κεφάλαιο υψηλής επάρκειας από τον υπόλοιπο κόσμο, μπορεί να είναι ένας δεινός ανταγωνιστής. Θα είναι όμως αυτή η στρατηγική κατεύθυνση που θα επιλέξει το ΚΚΚ μετά το 20ό  Συνέδριο; Ένα είναι σίγουρο: Πράγματι όλοι μας ζούμε σε μια εποχή με «πρωτόγνωρες αλλαγές απαρατήρητες σε έναν αιώνα».