Εκλογές Μαΐου 2023: πέρα από το χλιαρό ενδιαφέρον

του Αντώνη Δ. Παπαγιαννίδη

 

Μπορεί να είναι η συνειδητοποίηση – από τον ψηφοφόρο, από εκείνον που εντέλει «μετράει η γνώμη του», ό,τι και να πιστεύουν οι πολιτικές ηγεσίες που θεωρούν ότι εκείνες οδηγούν τον χορό, ή πάλι ό,τι κι αν προβάλλει ο μαγικός μας κήπος των μήντια… – ότι όλα θα κριθούν σε δεύτερο χρόνο, στην επόμενη κάλπη των «επαναληπτικών» εκλογών και στους χειρισμούς παρασκηνίου. Κακώς αλλ’ αυτό θα συμβεί. Μπορεί να είναι και η αίσθηση ότι το πολιτικό σύστημα μιλάει προπάντων στον εαυτό του, οπότε ο ψηφοφόρος μένει με την άποψη την οποία έχει ήδη διαμορφώσει, με την προκατάληψή του ή την αμηχανία επιλογής του. Όμως βαθμιαία γίνεται φανερό ότι οι υψηλοί τόνοι και οι βιτριολικές αντιπαραθέσεις, καθώς και τα αυτογκόλ που με μπρίο ανταλλάσσουν οι πολιτικοί αστέρες (ο Γιώργος Κατρούγκαλος, προκειμένου να υπερασπιστεί την «δική του» πολιτική αποξενώνει πάλι από τον ΣΥΡΙΖΑ τους ελευθέρους επαγγελματίες, ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης για να σκοράρει στο θέμα των Τεμπών δείχνει να καταγγέλλει τους συγγενείς των νεκρών για εργαλειοποίηση της τραγωδίας, ο Αλέξης Τσίπρας με διαδοχικές δοκιμές περί κυβέρνησης ηττημένων, περί ανοχής ή περί «ειδικού σκοπού» αποδομεί την ίδια την απλή αναλογική που καθιέρωσε) δεν βρήκαν ανταπόκριση στην κοινή γνώμη. Η οποία παρατηρεί από απόσταση – και να δούμε τι συμμετοχή θα έχουμε όχι απλώς στις πρώτες κάλπες αλλά κυρίως στις επαπειλούμενες δεύτερες μεσοκαλόκαιρο!

Σ’ αυτή, λοιπόν την τελική ευθεία, που λειτουργεί περισσότερο ως προεισαγωγή των επόμενων βημάτων, ίσως την πιο ενδιαφέρουσα πρωτοβουλία να πήρε το IMEdD – το incubator για εκπαίδευση και ανάπτυξη των Μέσων Ενημέρωσης που ιδρύθηκε το 2018, «για προαγωγή της διαφάνειας, της εγκυρότητας και της ανεξαρτησίας» στην (καταταλαιπωρημένη) δημοσιογραφία, με στήριξη του Ιδρύματος Νιάρχου – να δώσει μερικά βασικά στοιχεία σε μια λογική data-based προσέγγισης στις κάλπες. Έτσι, πήρε και εφάρμοσε (με χρήση ChatGTP, είναι και του συρμού τώρα, βοηθάει και στον χειρισμό μεγάλων όγκων δεδομένων) μέτρηση των «θα» που ακούστηκαν σ’ αυτήν την προεκλογική περίοδο.

Προέκυψε έτσι ένα «ΘΑ-meter», το οποίο κάνοντας βουτιά στον πολιτικό λόγο της προεκλογικής περιόδου έβγαλε πρώτο με απόσταση τον Κυριάκο Μητσοτάκη (με 179 «θα» στην περίοδο αναφοράς). Ακολουθεί ο Γιάννης Βαρουφάκης με 153 «θα», με αμέσως επόμενο τον Αλέξη Τσίπρα με 143. Σε απόσταση ο Κυριάκος Βελόπουλος με 100 «θα», ακόμη παρακάτω ο Δημήτρης Κουτσούμπας με 84 και ο Νίκος Ανδρουλάκης με 78.

Ίσως αισθανθεί ο αναγνώστης ότι μια τέτοια μέτρηση παρουσιάζει κάποια ρηχότητα – δεν θάχει και άδικο πλην όμως, για δείτε την αντιπαράθεση που ξέσπασε γύρω από την ποσοτικοποίηση/κοστολόγηση των μέτρων που περιλαμβάνουν τα προγράμματα των κομμάτων! Αργά αλλά σταθερά, γίνεται συνείδηση ότι η λογική των «θα» έρχεται, έστω και σε επόμενο χρόνο, σε τριβή με την πραγματικότητα…

Μια άλλη προσέγγιση που έκανε το IMEdD , ήταν να αναλύσει τις ομιλίες των πολιτικών αρχηγών αναζητώντας το κατά πόσον αναδίδουν θετικό, αρνητικό ή ουδέτερο συναίσθημα οι πολιτικές τοποθετήσεις τους. (Προσοχή! οι ίδιες οι τοποθετήσεις, όχι τα συναισθήματα των ακροατηρίων). Λοιπόν: θετικό συναίσθημα αφήνουν οι ομιλίες Κυριάκου Μητσοτάκη, αρνητικό εκείνες του Κυριάκου Βελόπουλου. Στο ουδέτερο αλλά προς το αρνητικό οι ομιλίες Δημήτρη Κουτσούμπα κι ακόμη περισσότερο Γιάνη Βαρουφάκη. Επιμελημένα σε ουδέτερο έδαφος, Αλέξης Τσίπρας και Νίκος Ανδρουλάκης (Έχει εδώ ενδιαφέρον να συγκριθεί αυτό το εύρημα με την αρκετά έντονη καταγγελτικότητα Ανδρουλάκη, ή και με την συνειδητά γκρίζα) αρνητική διαφήμιση που περιέλαβε η καμπάνια ΣΥΡΙΖΑ). Οι μετεκλογικοί μελετητές, θάχουν πολύ πιο στοχευμένο υλικό για μετα-αναλύσεις, καθώς το IMEdD έχει κάνει και περαιτέρω ανάλυση συναισθημάτων ανά θεματική ενότητα του πολιτικού λόγου: δημοκρατία, εθνική ασφάλεια, εκπαίδευση, ενέργεια, εργασία, Ευρώπη, οικονομία, συντάξεις…

Αλλά και πριν φθάσει κανείς στα συναισθήματα που εξέφραζαν οι λόγοι των πολιτικών αρχηγών, η δουλειά του IMEdD έχει συγκεντρώσει μετρήσεις για το περιεχόμενο των ομιλιών, δηλαδή την ίδια την θεματολογία τους. Ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε και η δουλειά που έγινε σχετικά με την ιχνηλάτηση των διακρίσεων με βάση τις οποίες πορεύθηκε η πολιτική αντιπαράθεση – πέρα από την πάντοτε κρατούσα ιδεολογική διαίρεση Αριστεράς/Δεξιάς, η περισσότερο ταξική εργασίας/ιδιοκτησίας ή και εκείνη κέντρου/περιφέρειας (που επικάθηται στη διαίρεση πόλης/υπαίθρου).

Όταν θα έχουν χωνευτεί και τα κυρίως αποτελέσματα της κάλπης και των μετέπειτα πολιτικών χειρισμών, τότε αυτό το υλικό θα αποκτήσει νέο ενδιαφέρον για μετα-αναλύσεις («να καταλάβουμε τι μας προέκυψε»).