Η πορεία προς τις κάλπες της 25ης Ιουνίου στρωμένη με ρόδα ή με κάποια αγκάθια;

του Αντώνη Δ. Παπαγιαννίδη

 

Το μη-επιδεχόμενο αμφισβήτηση αποτέλεσμα της κάλπης της 21ης Μαΐου, με την πέρα του αναμενόμενου θετική έκβαση για την Κυβερνώσα Ν.Δ. (κι ακόμη περισσότερο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη), με την καταβύθιση του ΣΥΡΙΖΑ (που παρευθύς μπήκε σε εσωτερική περιδίνηση) και με την εξασφάλιση κάποιου περιθωρίου πρωτοβουλίας στο ΠΑΣΟΚ (που άφησε πίσω του την διστακτικότητα ΚΙΝΑΛ και ευθέως διεκδικεί κεντρικό ρόλο/ρόλους) συσσωρεύει ήδη θεσμικές μετενέργειες. Που, ενώ δεν αλλάζουν το περιβάλλον με το οποίο θα γίνουν οι εκλογές της 25ης Ιουνίου, χρωματίζουν τους όρους τους.

Έτσι, για παράδειγμα, χωρίς να ανοίξει συζήτηση ουσίας, η νομοθετημένη απλή αναλογική και – ακόμη περισσότερο – η όποια  λογική συνεργασιών αναιρέθηκε στην πράξη. Ήδη από τους εμπνευστές της (ιδίως ΣΥΡΙΖΑ/Αλέξη Τσίπρα) και τους καθ’ υπόθεσιν ωφελημένους (ΠΑΣΟΚ), η βασική προϋπόθεση λειτουργίας της αναλογικής – η αναζήτηση συναινέσεων, η συνεννόηση – αγνοήθηκε. Ή μάλλον, συνειδητά, παραμερίστηκε στην προεκλογική περίοδο. Οπότε, όταν ήρθε το αποτέλεσμα της κάλπης, ανατινάχθηκε και το θεσμικό πλαίσιο που θα μπορούσε να φέρει συναινέσεις: οι διερευνητικές εντολές εγκαταλείφθηκαν… όχι από τον νικητή της κάλπης Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλ’ από τους ερίζοντες (πλέον) για την Αξιωματική Αντιπολίτευση Αλέξη Τσίπρα και Νίκο Ανδρουλάκη.

Αν δεν διέθετε την θεσμική ανάγνωση των πραγμάτων η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, που συγκάλεσε με φυσική παρουσία την σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών για την (αδιέξοδη) αναζήτηση συναίνεσης αντί να τους ξεπετάξει (ακούστηκε και αυτή η διατύπωση, παρασκηνιακά, από τον χώρο αδημονούντων της νικήτριας Ν.Δ.) με τηλεφωνήματα, η όλη συνταγματικά ορισμένη διαδικασία θα είχε παρακαμφθεί. Και η σοκαριστική άποψη «το DNA του Έλληνα δεν αντέχει συναινέσεις , συνεπώς το όποιο αναλογική εκλογικό σύστημα είναι επικίνδυνο, δημιουργεί αστάθειες κλπ.» θα είχε οριστικά επικρατήσει. Τώρα… πάμε για την επόμενη στροφή των πραγμάτων!

Η άμεση διαδρομή, για τους ηττημένους της κάλπης του Μαΐου, ήδη προκύπτει με αξιόλογα αγκάθια. Η εντός του ΣΥΡΙΖΑ διχόνοια εκτοξεύθηκε σε αποδιαρθρωτική ένταση (η τρικυμία περί τις δηλώσεις Παπαδημούλη που θεωρήθηκε ότι οδηγούσαν σε κηδεμονία Τσίπρα το δείχνει ξεκάθαρα…), αποκλείοντας την όποια συζήτηση επί πολιτικής ουσίας και καταλήγοντας σε σιωπητήριο και μονόλογο Τσίπρα στην Κεντρική Επιτροπή. Στο ΠΑΣΟΚ, που ασφαλώς και προώθησε τις δυνάμεις του αλλά … «ισχυρό διψήφιο ποσοστό» δεν εξασφάλισε με το 11,5%, ο πειρασμός του μικρομεγαλισμού δεν συγκρατείται εύκολα: η επιδίωξη να επανέλθει σε ρόλο Αξιωματικής Αντιπολίτευσης κατανοητή, ο λόγος όμως στιγμές-στιγμές ξεφεύγει. Ενώ στην – νικήτρια της κάλπης Ν.Δ. – μόνον τα αντανακλαστικά Μητσοτάκη «μην χάσουμε στην τελική-τελική ευθεία την αληθινή δεύτερη ευκαιρία που μας δόθηκε» συγκρατούν φαινόμενα όπως της άγαρμπης/άκριτης σταυροφορίας Γεωργιάδη για στόχευση 180 εδρών και για … μονομερή συνταγματική αναθεώρηση.

Διαφορετικά αγκάθια είναι εκείνα που προκύπτουν από την άνοδο – στο όριο της συμμετοχής στην Βουλή – όχι τόσο του ΜέΡΑ25, που τορπιλλίστηκε από την υπερπροβολή «εγώ» του Γιάνη Βαρουφάκη, όσο μιας «Πλεύσης Ελευθερίας» της Ζωής Κωνσταντοπούλου που βρίσκει (;) τον δρόμο των πιο ήπιων τόνων χωρίς να χάσει την διαβρωτικότητά της έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Η συνολική γεωγραφία του αριστερότερα του ΠΑΣΟΚ χώρου θα κριθεί στις κάλπες της 25ης Ιουνίου, μαζί και με. την έννοια «Αριστερά στην εξουσία», πιθανότατα για πολλά χρόνια. Ενώ πολύ πιο σκοτεινές προοπτικές πάνε να ανοίξουν με το αιφνίδια αναδυόμενο ΝΙΚΗ , που λιγότερο ενδιαφέρει η παρεκκλησιαστική ή/και εθνικιστική πηγή του, περισσότερο ο αυτάρεσκα μισαλλόδοξος λόγος του.

Επίσης, αλλάζοντας τελείως αντικείμενο και ενώ ακόμη ήταν νωπά τα αποτελέσματα της κάλπης και ατελέσφορες οι διερευνητικές εντολές, είδαμε το (επικαιροποιημένο) Μεσοπρόθεσμο 2024-27 που είχε κατατεθεί «στο νήμα» πριν τις κάλπες του Μαϊου, να βρίσκει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε έμμεση/de facto ήπια αμφισβήτησή του. Τι εννοούμε; Ότι στην Δεύτερη Έκθεση Μεταμνημονιακής Εποπτείας της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (δημοσιοποιώντας ακριβώς μετά τις κάλπες του Μαϊου…) αφήνει να φανεί υπορρέουσα αμφιβολία για την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων πέρα από την φετινή χρονιά – πάντως το 3% για το 2024 έναντι ενός 1,9% που θεωρείται πιθανό στις Εαρινές Προβλέψεις της ΕΕ.

Ασκείται συνεχιζόμενη πίεση για εξασφάλιση πρωτογενούς πλεονάσματος 2-2,3% με αναφορές σε τερματισμό των μέτρων ενεργειακής στήριξης («για μείωση του δημοσιονομικού ελλείματος»), ή πάλι για περιορισμό της ονομαστικής αύξησης των -καθαρών πρωτογενών δαπανών του Προϋπολογισμού σε 2,6% για το 2024. Ταυτόχορνα , επικρίνεται η πλέον πρόσφατη απόφαση για ρύθμιση οφειλών προς το Δημόσιο και (ξανα)τονίζεται η ανάγκη αποτελεσματικής καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Σε απλά Ελληνικά… τα κεφάλια μέσα.

Τίποτε απ’ αυτά δεν περιόρισε τον ανερχόμενο μετεκλογικό ενθουσιασμό αναλυτών τραπεζών και rating agencies, ιδιαίτερα για τις προοπτικές των Ελληνικών ομολόγων – ούτε καν οι επισημάνσεις της Επιτροπής για την όλο και δυσμενέστερη εικόνα του ισοζυγίου πληρωμών ή/και για τις πηγές του πληθωρισμού (που δεν είναι πλέον οι ενεργειακές τιμές, αλλά τα επιχειρηματικά κέρδη και η τιμολόγηση των μη-ενεργειακών εισαγόμενων προϊόντων).

Ωστόσο, οι τέσσερεις εβδομάδες της (νέας) προεκλογικής περιόδου θα έχει σασπένς να δει κανείς τι χειρισμός διατήρησης ή/και πλειοδοσίας ταξιμάτων θα υπάρξει, τώρα που το μεν καταγεγραμμένο αποτέλεσμα της πρώτης κάλπης δημιουργεί περιθώρια εφησυχασμού στην Κυβέρνηση, πλην όμως «η νέα κάλπη ξεκινάει άδεια» για όλους τους συμμετέχοντες στις εκλογές.