Μια διαχρονική επίσκεψη στον ΣΕΒ – και τα Βιομηχανικά Συνέδρια

του Αντώνη Δ. Παπαγιαννίδη 

Την έχουν την τάση, οι διοργανώσεις του ΣΕΒ – πάντως οι Γενικές Συνελεύσεις του, με όλο το εδώ και δεκαετίες τυπικό, όπου παρευρίσκεται η πολιτική ηγεσία αλλά και εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και των Ευρωπαϊκών επιχειρήσεων (άλλοτε UNICE, τώρα πλέον BusinessEurope) – να προσπαθούν να τροδοφοτήσουν την δημόσια συζήτηση με θέματα που θεωρούνται «γενικότερου ενδιαφέροντος». Θέματα που, σε πιο αραιά διαστήματα, καλύπτονται από Βιομηχανικά Συνέδρια, περισσότερο δομημένα. Και τα οποία φιλοδοξούν να δώσουν ώθηση σε νέες πρακτικές ή/και σε επισημάνσεις μέλλοντος. Παράδειγμα, εδώ και χρόνια, οι μεταρρυθμίσεις. ή πάλιν η ψηφιακή μετάβαση. ή ακόμη όλη η προτεραιοποίηση της πράσινης μετάβασης. «Να μην αφήσουμε το πόδι από το γκάζι», ή «Σχέδιο και τομές για το μέλλον», ή πάλι το hashtag #SEV4Growth, για φέτος.

Καθώς όμως αυτή η διαδρομή του ΣΕΒ – ιδίως από την στιγμή που, μετά την δεκαετία του ΄70, οπότε και έπαψε να λειτουργεί ως κλειστή λέσχη.  άλλωστε μετονομάσθηκε. σε Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών (αντί Ελλήνων Βιομηχάνων) και ύστερα σε Σύνδεσμο Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών – καλύπτει αρκετές δεκαετίες με αντίστοιχες μεταλλάξεις και επαναστοχεύσεις, της αξίζει μια διαχρονική επίσκεψη.

*    *     *

Να υπενθυμίσουμε: Ως Σύνδεσμος  Ελλήνων Βιομηχάνων, δηλαδή με επιλογή την διαφοροποίηση από τις βιοτεχνικές δυνάμεις, ο ΣΕΒ ξεκίνησε το 1946, ακριβώς μετά τον Πόλεμο και την Κατοχή, με κατεστραμμένο το παραγωγικό δυναμικό της χώρας. Καθώς είναι η εποχή όπου γίνονται μεγάλες δημόσιες συζητήσεις για την ανασυγκρότηση (Σχέδιο Μάρσαλ, Βαρβαρέσσος για Κεϋνσιανισμό, Μπάτσης για βαριά βιομηχανία), ο ΣΕΒ –  με Προεδρία Χριστόφορου Κατσάμπα – καθιέρωσε Επιτροπή Μελετών με δημιουργία χρονοσειρών αλλά και Ετήσιας Έκθεσης/ανασκόπησης της βιομηχανίας με φόντο την γενικότερη πορεία της οικονομίας. Στην μετέπειτα 20ετία που ταυτίσθηκε με την δημιουργία/απογείωση της βιομηχανίας, ιδίως μετά την σταθεροποίηση Γεωργίου Καρτάλη και την υποτίμηση Μαρκεζίνη, ο ΣΕΒ – ιδίως επί προεδρίας Λεωνίδα Κανελλόπουλου και εν συνεχεία Γεωργίου Δράκου  – μολονότι υπεραμύνεται του καθεστώτος προστασίας της μεταποίησης ανοίγεται προς την ΕΟΚ, επιλέγοντας να προσέλθει στην UNICE/την Ευρωπαϊκή Ένωση Βιομηχάνων. Ιδρύεται μάλιστα ακριβώς πριν την επέλευση της δικτατορίας (και συνεπώς το «πάγωμα» της Συμφωνίας Συνδέσεως) Γραφείο Βρυξελλών.

Στο κλείσιμο αυτής της περιόδου, συναντά κανείς κωδικοποιημένες τις τοποθετήσεις στα πλαίσια της Γ.Σ. του Συνδέσμου του 1964 που αποτυπώθηκαν σε έκδοση «Η Ελληνική Βιομηχανία». Μέσα στην σχετική αναταραχή και τους επαναπροσδιορισμούς που είχε θεωρηθεί ότι έφεραν οι Κυβερνήσεις του Κέντρου – «ο ΣΕΒ παρέστησεν εις τους αρμοδίους το αίτημα συναρωγής και όχι υποκαταστάσεως του Κράτους, αίτημα συμμετοχής εις τας ευθύνας και διαβουλεύσεις, όχι αποφάσεως» – η Προεδρία Γεωργίου Δράκου  κατέγραφε μια ευδιάκριτη δυσαρέσκεια.

Μια δυσπιστία προς ό,τι παρουσιαζόταν τότε ως κρατικός προγραμματισμός: «Μόνον αι επιχειρήσεις έχουν την απαιτουμένην ευελιξίαν δράσεως, την απαιτουμένην ευχέρειαν διορθώσεως της πορείας εκτελέσεως του προγράμματος […]. Οι βιομήχανοι όμως τελούν εν αγνοία και του προγράμματος, και των υποχρεώσεων τας οποίας επιβάλλει». Παράλληλα μ’ αυτό, εκφραζόταν και προβληματισμός για τις σχέσεις με την τότε ΕΟΚ/για την πορεία της Συμφωνίας Σύνδεσης: «Αι προθεσμίαι [της Συμφωνίας των Αθηνών] τρέχουν ανελέητα και προ παντός, ο χρόνος μάς επισωρεύει δυσχερείας και βάσανα […]. Τί, φέρομεν ως παράδειγμα, να πράξει μόνη και αβοήθητος η Ελληνική βιομηχανία περί των εξαγωγών βιομηχανικών προϊόντων;». Και ακόμη: «ο Σύνδεσμος θεωρεί απαραίτητον την δημιουργίαν των καταλλήλων προϋποθέσεων δια την μείωσιν του κόστους και την βελτίωσιν της ανταγωνιστικότητος των Ελληνικών βιομηχανικών επιχειρήσεων. Προς τον θεμελειώδη τούτον σκοπόν πρέπει να προστανατολισθή και να συντονισθή ολόκληρος η κυβερνητική πολιτική εις τον τομέα αυτόν».

Και, για να μην μείνουν κενά ερμηνείας, η κατακλείδα: «[…] υπό διαπρεπών Ελλήνων και ξένων οικονομολόγων και προσωπικοτήτων της οικονομικής ζωής του τόπου αναγνωρίζεται ότι πρέπει να παύσουν αι κρατικαί παρεμβάσεις εις τον οικονομικόν μηχανισμόν της χώρας, διότι αποθαρρύνουν την ιδιωτικήν πρωτοβουλίαν και συνεπάγονται αντιοικονομικάς επενδύσεις». Σαφέστερα, δεν γίνεται!

*    *     *

Μετά την περιπέτεια της Δικτατορίας, που δημιούργησε σκιές οι οποίες βάρυναν για αρκετό διάστημα την επιχειρηματικότητα, ο ΣΕΒ – με Προεδρία Δημήτρη Μαρινόπουλου – κάνει την βασική επιλογή ανοίγματος και προσέλευσης στην δημόσια συζήτηση: ήταν τότε η εποχή των μακροπρόθεσμων σχεδιασμών, με Ξενοφώντα Ζολώτα και την Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή να ενθαρρύνει την συμμετοχή του Συνδέσμου στον εξαρχής επαναπροσδιορισμό της πορείας της οικονομίας και την προσδοκία οργανωμένων επενδύσεων. Ήδη η διοργάνωση ανοιχτού «Βιομηχανικού Συνεδρίου», τον Φεβρουάριο του 1975 αλλά και η απαρχή πορείας προς την θεσμοποίηση των συλλογικών συμβάσεων σε ειλικρινέστερη βάση, σηματοδοτούσε άνοιγμα του ΣΕΒ. Το 1975 ξεκίνησε, πάλιν πρωτοβουλία Μαρινόπουλου, η λειτουργία του ΙΟΒΕ ως ανεξάρτητου (αυτό σταδιακά αποδείχθηκε…) ερευνητικού κέντρου. Το ΙΟΒΕ επέπρωτο να δώσει στην δημόσια ζωή (πιο τελευταία) τον Γιάννη Στουρνάρα, ήδη τον Νίκο Βέττα – καθώς και πολύ υλικό μελέτης και πρόγνωσης για την οικονομία…

Το Βιομηχανικό Συνέδριο του 1975 επί Προεδρίας Δημήτρη Μαρινόπουλου (και με επικεφαλής της οργανωτικής επιτροπής του Συνεδρίου τον Δημ. Κυριαζή), με παρουσία Κωνσταντίνου Καραμανλή και Παναγή Παπαληγούρα, έκανε σαφή προσπάθεια υπέρβασης των τραυματισμών που είχαν αφήσει πίσω τα χρόνια της Δικτατορίας.

«Στόχος μας το μέλλον». Με βάση το ότι «μέσα στην εικοσιετία που πέρασε [Σημ: χαρακτηριστική η επιλογή χρονικής διάστασης] η Βιομηχανία της χώρας κατόρθωσε να διαψεύσει τις δύσπιστες προγνώσεις [και] επέτυχε». Πέρα, δε από τις αναφορές στην παραγωγική βάση και στις αναφορές στην εκβιομηχάνιση ως «δυναμική έννοια», πέρα και από την πρόκληση «να διδαχθούν από τα σφάλματα και να μη τα επαναλάβουν», το τότε Βιομηχανικό Συνέδριο επεδίωξε να καταδείξει την βιομηχανία ως «ένα από τους βασικούς φορείς της κοινωνικής και οικονομικής αναπτύξεως που εξασφαλίζει η εκβιομηχάνιση». Παραδοχή, επιπλέον, ότι «πιστεύουμε στον ρυθμιστικό ρόλο του Κράτους, που αναμφιβόλως μπορεί με ορθά μέτρα πολιτικής – φορολογικά και άλλα – να εξομαλύνει τις οικονομικές ανισότητες, που το σύστημα της ιδιωτικής επιχειρηματικής πρωτοβουλίας είναι δυνατό να δημιουργεί στην πράξη». Αυτό, μάλιστα ως συνέχεια του «κανείς δεν αρνείται τις ατέλειες του συστήματος της ελεύθερης ιδιωτικής πρωτοβουλίας». Πλην όμως, με την συμπλήρωση: «Αφού δεν βρέθηκαν έως τώρα καλλίτερα υποκατάστατά του, τις ατέλειες αυτές πρέπει να τις κρίνουμε με αντίβαρο τις θετικές πραγματοποιήσεις ενός οικονομικού συστήματος που όχι μόνο παράγει πρόοδο και ευημερία, αλλά και τείνει δικαιότερα να την επιμερίζει χάρη στην δημοκρατική διαδικασία μιας αυτόβουλης συνεργασίας των φορέων της παραγωγής».

Ας σημειωθεί, εδώ, και η μετάβαση από μια αυστηρή καθαρεύουσα του 1964 σε μια περίπου δημοτική του 1975…

[Το άνοιγμα αυτό του ΣΕΒ, βέβαια, δεν εμπόδισε κύκλους της βιομηχανίας να σταθούν αρνητικά απέναντι στις θεσμικές πρωτοβουλίες Παναγή Παπαληγούρα, εγκαλώντας για «σοσιαλμανία». Το άνοιγμα πάντως συμβολικά ολοκληρώθηκε με την μετονομασία σε Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών – επί Προεδρίας Δημητρίου Κυριαζή].

*    *    *

Η δεύτερη μείζων τομή της Μεταπολίτευσης – η ανάληψη της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ/Ανδρέα Παπανδρέου – βρίσκει τον ΣΕΒ σε δική του διαδικασία μετάβασης και προσέλευσης στην κυρίως δημόσια συζήτηση, υπό τις τότε ιδιαίτερα έντονες συνθήκες της. Όπως έχει αφηγηθεί στην ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ο ίδιος ο Πρόεδρος του Συνδέσμου (1982-88) Θόδωρος Παπαλεξόπουλος, με τον μετέπειτα Υπουργό Συντονισμού Γεράσιμο Αρσένη μάλιστα να επιβεβαιώνει, επαφές προκειμένου να εξομαλυνθεί η μετάβαση εκείνη είχαν υπάρξει νωρίτερα. Πάντως, η περίοδος αρκετών τότε ετών υπήρξε ιδιαίτερα έντονη (κοινωνικοποιήσεις, υλοποίηση μεταβατικής περιόδου στην ΕΟΚ) ενώ ταυτοχρόνως στο εσωτερικό του ΣΕΒ γινόταν μια διαδοχή γενεών. Αλλά και νοοτροπίας. Σημαντικό στοιχείο της αλλαγής νοοτροπίας, η προσέλευση του Συνδέσμου – συμβόλισε αλλά και υλοποίησε επί δύο δεκαετίες ο Νίκος Αναλυτής, δίπλα στον Θ. Παπαλεξόπουλο – στην λογική της συνεννόησης των κοινωνικών εταίρων, στην γραμμή ΕΕ για κοινωνικό διάλογο. Σε αυτήν την βάση έχτισε και η Προεδρία Στέλιου Αργυρού.

Το πέρασμα του Συνδέσμου στην τωρινή εποχή οδήγησε η διαδοχή δυο προέδρων με μακρά θητεία: του Οδυσσέα Κυριακόπουλου και του Δημήτρη Δασκαλόπουλου (8ετία, σ’ αυτόν έλαχε να βρίσκεται επικεφαλής του Συνδέσμου όταν η Ελλάδα μπήκε στην στενωπό της κρίσης). Με διαφορετικό ύφος σε κάθε περίπτωση, ο βηματισμός του ΣΕΒ πλέον χαρακτηρίστηκε από τριπλό άνοιγμα: στην κοινωνία/στην δημόσια συζήτηση, με πολιτικό (αν και μη-κομματικό) χρωματισμό, που ωστόσο δεν απέφευγε τις αιχμές (επί Οδυσσέα Κυριακόπουλου, κάποια στιγμή υπήρξε μέχρι και δυσανασχέτηση της Βουλής/του Προεδρείου). στην Ευρώπη/στην Ευρωπαϊκή διάσταση της παγκοσμιοποίησης (ήδη η UNICE μετεξελισσόταν σε BusinessEurope, και αμφότεροι διετέλεσαν Αντιπρόεδροί της). στα νέα οργανωτικά και τεχνολογικά σχήματα της επιχειρηματικότητας.

Αυτό, το οποίο χαρακτηρίσαμε «άνοιγμα» του ΣΕΒ, μπορούσε κανείς να το παρατηρήσει και στο ύφος των δημοσίων διοργανώσεων του Συνδέσμου, ακόμη σαφέστερα και στις συνεντεύξεις Τύπου που – ήδη επί Στ. Αργυρού – αποκτούσαν χαρακτήρα συζήτησης, ακόμη και με ένταση. Παράλληλα – και σαφέστερα φανερό, αυτό – ο Σύνδεσμος των άλλοτε βιομηχάνων και ήδη βιομηχανιών, αφού επί Κυριακόπουλου είχε αρχίσει να διευρύνεται, κατέληξε το 2007 (επί Δασκαλόπουλου) σε μετονομασία σε Σύνδεσμο Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών. Είχε πλέον ανοίξει και επεκταθεί σαφέστατα πέρα από τον μεταποιητικό πυρήνα – σε υπηρεσίες,  σε τεχνολογικές εταιρείες, τράπεζες, ακόμη και διαφήμιση…

*    *     *

Η επέλευση της χρηματοπιστωτικής κρίσης/κρίσης χρέους και – ξεκινώντας το 2010 – «εποχής των Μνημονίων», την ώρα που ο επιχειρηματικός ιστός της Ελληνικής οικονομίας υφίσταντο τεράστιες πιέσεις κάλεσε τον ΣΕΒ σε ρόλο ανάδειξης των προβλημάτων και συζήτησης τους όχι μόνον – πλέον – με την Κυβέρνηση, τις πολιτικές δυνάμεις και τον δημόσιο χώρο γενικότερα αλλά και με… την Τρόικα. Μετά, μετάβαση της εξουσίας στον ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτή υπήρξε μάλλον και η πιο έντονη εμπειρία για τον ΣΕΒ σε μια διαδρομή τόσων δεκαετιών, καθώς η βιομηχανία, η επιχειρηματικότητα αλλά εντέλει και όλη η οικονομία βρέθηκε σε περιδίνηση. Το υπέρθερμο καλοκαίρι του 2015, η μέχρις εκεί πορεία αλλά και η μετέπειτα εξέλιξη μέχρι την ανάκτηση κάποιας σταθερότητας το 2016, η κοινωνική και πολιτική ένταση, η λειτουργία υπό συνθήκες capital controls – όλα αυτά συνδυάστηκαν με μια «υποχρέωση» λειτουργίας του ΣΕΒ με τα φώτα της δημοσιότητας στραμμένα επάνω του. Πάντως, η περίοδος Προεδρίας Θόδωρου Φέσσα που κυρίως κάλυψε αυτή την φάση, έθεσε και σειρά άλλων στοιχημάτων: το άνοιγμα ή/και η εμβάθυνση της συζήτηση για την ψηφιοποίηση, την Industry 4.0, την προωθημένη ενσωμάτωση σε διεθνείς αλυσίδες αξίας για τις επιχειρήσεις. Αν τα στοιχήματα αυτά μάλλον περπάτησαν, ένα άλλο – εκείνο του ανοίγματος του ΣΕΒ προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις – τέθηκε μεν, δεν ολοκληρώθηκε δε.

Η περίοδος εκείνη έκλεισε με το Βιομηχανικό Συνέδριο τον Δεκέμβριο του 2019, τότε με την προσέγγιση «Βιομηχανία 4.0: Η ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί». Η έμφαση ήταν στην ενσωμάτωση νέων, ,ψηφιακών τεχνολογιών στην παραγωγή πράγμα που ακριβώς έδινε νόημα στην αναφορά σε Βιομηχανία 4.0. Τότε, υψηλός στόχος ήταν «εθνική σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα» γύρω απ’ αυτόν τον στόχο με προσδοκία να επιτευχθεί 7,7% πρόσθετη αύξηση του ΑΕΠ σε ορίζοντα 4ετιας.

Μεσολάβησαν πολλά, που μετέθεταν την διοργάνωση Βιομηχανικού Συνεδρίου: κορωνοϊός, διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις, Ουκρανική κρίση, ενεργειακή κρίση – τα θύμισε όλα αυτά, αφοπλιστικά, ο Δημ. Παπαλεξόπουλος στο τωρινό Βιομηχανικό Συνέδριο που επέλεξε το μόττο «Σχέδιο και Τομές: Για το μέλλον των δυνατοτήτων μας», που στάθηκε περισσότερο στο πώς θα αντιμετωπισθεί το διάχυτο κλίμα πολυκρίσης σ’ αυτήν την στροφή των πραγμάτων.

Κλιματική αλλαγή/ενεργειακή κρίση/πράσινη μετάβαση/επανεπίσκεψη της παγκοσμιοποίησης/αλυσίδες αξίας συνέχιση του τεχνολογικού μετασχηματισμού/μεταμορφώσεις και επαναπροσδιορισμός της εργασίας – όλα αυτά με φόντο τις αντίστοιχες Ευρωπαϊκές διεργασίες και τις προοπτικές μιας «Βιομηχανίας 2030».

Σε ένα τέτοιο φόντο, λοιπόν,δεν έλλειψαν αντηχήσεις παρελθόντος όπως με το αίτημα για δημιουργία/επανεφεύρεση του Υπουργείου Βιομηχανίας, ως «και Καινοτομίας» , σε μια λογική «ενιαίας διακυβέρνησης και διασύνδεσης της βιομηχανικής πολιτικής με τις πολιτικές καινοτομίας και τεχνολογικής ανάπτυξης».

Eπίσης γνώριμο: έκκληση Δημ. Παπαλεξόπουλου για «μείωση της γραφειοκρατίας και των διοικητικών βαρών […] μέσα από μεγαλύτερη διαλειτουργικότητα των συστημάτων της δημόσιας διοίκησης» και τούτο πέρα από την ψηφιοποίηση, την απλούστευση των διαδικασιών κοκ.

Στο παραδοσιακό κλείσιμο παρόμοιων διοργανώσεων, που φέρνει στο προσκήνιο τον Πρωθυπουργό, επελέγη αυτήν την φορά μια προσέγγιση συζήτησης με τον Πρόεδρο του ΣΕΒ. Με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να προτείνει/ζητά μια «ποιοτική ανάπτυξη [που] πρέπει να έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά από άλλες περιόδους, όταν η οικονομία είχε γνωρίσει μεν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, οι οποίοι όμως δεν οδήγησαν κατ’ ανάγκην σε επιθυμητό αποτέλεσμα» και, ακόμη πιο αιχμηρά, «προκάλεσαν και την μεγάλη κρίση που τώρα πια αρχίζουμε να αφήνουμε πίσω μας». Μίλησε για ανάπτυξη «που [θα] δημιουργεί ποιοτικές θέσεις εργασίας» και αναφέρθηκε στο «θα δίνει πολύ μεγάλη έμφαση στην έννοια της βιωσιμότητας και της πράσινης μετάβασης».

Σε μια σύνδεση με άλλη πλευρά του συλλογισμού, ο Κυρ. Μητσοτάκης έκανε λόγο για «ανάπτυξη με έμπρακτα χαρακτηριστικά κοινωνικής δικαιοσύνης», πλην όμως με σεβασμό των κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας («μια χώρα η οποία έχει ακόμη υψηλό χρέος, δεν μπορεί να μην έχει στο μυαλό της την δημοσιονομική πειθαρχία»).

Ο Δημ. Παπαλεξόπουλος από την πλευρά του έφερε στην πρώτη γραμμή – παράλληλα – και το θέμα της «ουσιαστικής αναβάθμισης των δεξιοτήτων, της οργάνωσης και της στελέχωσης του Δημοσίου» και το πλέγμα συζήτησης περί την κλιματική κρίση και την πράσινη μετάβαση. Όπου μίλησε για «ευθύνη αδιαπραγμάτευτη με τα μέλη [του ΣΕΒ] να επενδύουν μαζικά στην μείωση του ανθρακικού τους αποτυπώματος» αλλά… ζητώντας και επίσπευση στην δημιουργία των αναγκαίων υποδομών (διασυνδέσεις – επάρκεια του δικτύου).

Είχε πάντως προηγηθεί η – επίσης παραδοσιακή – παρουσία στο κοινό του ΣΕΒ του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, του νεοεκλεγέντος Στέφανου Κασσελάκη. Με ένα ορολογικό  εύρημα, θέλησε να πλέξει την έννοια της «εργασίας» με την έννοια «συνεργασία», ως «νέο βιώσιμο κοινωνικό συμβόλαιο για ενεργό συμμετοχή των εργαζομένων στην ανάπτυξη της επιχείρησης». Πιο συγκεκριμένος έγινε, πάντως, όταν αναφέρθηκε στην λογική των stock options ως τρόπου «προώθησης της συμπεριληπτικότητας στην ανάπτυξη».

Όλο με όλο, «η σύγχρονη Αριστερά δεν πρέπει να δαιμονοποιεί την λέξη «κεφάλαιο [καθώς] αναγνωρίζει «το οικονομικό κεφάλαιο στο οποίο ζούμε» και τα θεωρεί «εργαλείο για ευημερία, για μείωση των τεράστιων ισοτήτων μέσω μιας ισχυρής ανάπτυξης». Κατά μια ενδιαφέρουσα αντιστροφή όρων, δε, ο ΣΥΡΙΖΑ του 2023 δηλώνεται ότι «δεν είναι η παράταξη του κεντρικού συντονισμού, όπως τώρα η Ν.Δ. με το λεγόμενο «επιτελικό κράτος» [αλλά] η παράταξη της αποκεντρωμένης ανάπτυξης για όλους».

Δεν θα πάψει να δημιουργεί συζητήσεις η δημόσια παρουσία του ΣΕΒ…