Advertisement

Μιλώντας για τεχνητή νοημοσύνη και …αρχεία

Η συζήτηση για την Τεχνητή Νοημοσύνη/ΑΙ βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη – παντού. Στην Ελλάδα, που καταβάλλει μια σημαντική προσπάθεια να αξιοποιήσει αυτήν την τεχνολογική αιχμή της ψηφιακής εποχής σε μια λογική υπερπήδησης σταδίων στην μετάβαση της οικονομίας, της δημόσιας διοίκησης, των κοινωνικών δομών κοκ σε επόμενο στάδιο ( λογική του leapfrogging), η συζήτηση αυτή στιγμές-στιγμές «ξεφεύγει», που τείνει να καταλάβει μιαν εικόνα των πάντων – αύριο/μεθαύριο, δε.

Τον αντίθετο δρόμο, δρόμο του συγκεκριμένου θα τον χαρακτηρίζουμε, επέλεξε το Ίδρυμα Σημίτη με την διερεύνηση του ποια μπορεί να  είναι η σχέση ΑΙ και… αρχείων. Μάλιστα, η εκδήλωση αυτή τιτλοφορήθηκε «Τεχνητή Νοημοσύνη και Αρχεία: μια σχέση συμπληρωματικότητας ή αντιπαλότητας;», φέρνοντας ακριβώς στην επιφάνεια την αμφιθυμία της ευρύτερης κοινής γνώμης απέναντι στις λειτουργίες της ΑΙ στην πράξη.

Το συνέδριο αυτό φιλοξένησε μεν εκείνο που ονομάζουμε αστέρες της εποχής – από την τεχνολογία ο Κωνσταντίνος Δασκαλάκης του ΜΙΤ (και επικεφαλής της Εθνικής Επιτροπής για την Τεχνητή Νοημοσύνη), από την υπό ευρύτερη έννοια πολιτική η Άννα Διαμαντοπούλου (πέρα από τις κυβερνητικές θητείες και την εμπειρία Βρυξελλών, επικεφαλής του «Δικτύου για Μεταρρύθμιση») – όμως έδωσε το βήμα και σε τεχνοκρατικότερους συντελεστές όπως η Λίλιαν Μήτρου (Παν/μιο Αιγαίου, Ινστιτούτο για την Ιδιωτικότητα, τα Προσωπικά Δεδομένα και την Τεχνολογία), ο Τίμος Σελλής (διευθυντής της ερευνητικής μονάδας «Αρχιμήδης» και μέλος της Εθνικής Επιτροπής για την Τεχνητή Νοημοσύνη) και ο Βασίλης Μαγκλάρας (ομότιμος καθηγητής Μηχανικών Υπολογιστών του ΕΜΠ).

Ξεκινώντας από τον τελευταίο, είχε κανείς την ευκαιρία να ξαναθυμηθεί την θεμελιώδη αρχή ότι, με δεδομένο ότι δεν ανακόπτεται η πρόοδος επιστήμης και τεχνολογίας, «θα είμαστε σε καλό δρόμο αν κατορθώσουμε να την ρυθμίσουμε» .Προς αυτό συναρθρώθηκε και η παρατήρηση της Άννας Διαμαντοπούλου, όταν ανακίνησε –  ταυτόχρονα – την «ανάγκη πολιτικού άλματος με ανθρώπους που γνωρίζουν και ανθρώπους που τολμούν» και την προώθηση «θεσμικού πλαισίου που θέτει όρια σε σχέση με ιδιωτικότητα και προσωπικά δεδομένα». Ενώ προειδοποιητικά ακούστηκε η τοποθέτηση Κ. Δασκαλάκη, ότι τα εργαλεία ΑΙ μπορεί να εντυπωσιάζουν αλλά «δεν είναι πάντα αξιόπιστα» αλλά και ότι – μιλώντας για αρχεία – είναι το περιεχόμενο του αρχειακού υλικού που θα έχει πάντα τον πρώτο λόγο.

Με την Λίλιαν Μήτρου να κλείνει ουσιαστικά την προσέγγιση της θεματικής ΑΙ και αρχεία απέναντι τα δικαιώματα (και την προστασία τους) με την παρατήρηση ότι η αναζήτηση ενός προσώπου σε αρχειακή φωτογραφία μπορεί να ταυτοποιήσει και άλλα πρόσωπα: όμως που σταματάει η βελτίωση της ερευνητικής αναζήτησης και πού ξεκινούν τα δικαιώματα ιδιωτικότητας ενός τρίτου; Μπορεί βέβαια η διακινδύνευση της ιδιωτικότητας να μην προέκυψε τώρα, αλλά η ΑΙ συλλέγοντας πληροφορία από το διαδίκτυο, συνδυάζοντας και παράγοντας με την σειρά της πρόσθετη πληροφορία, αλλάζει επίπεδο στα πράγματα.