Προσφυγικό/Μεταναστευτικό: η τετραπλή πρόκληση

του Αντώνη Δ. Παπαγιαννίδη

Δεν είναι η Κορυφή της 29ης/30ής Ιουνίου – η πρώτη στην οποία παρίσταται ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως Πρωθυπουργός αναβαπτισμένος στην λαϊκή ψήφο, με άνετη πλειοψηφία: αυτά μετράνε σε μια πολιτικά πιεσμένη Ευρώπη, όπου π.χ. η AfD στην Γερμανία βρίσκεται στην δεύτερη θέση των δημοσκοπήσεων πανεθνικά, ενώ ήδη κερδίζει εξουσία Landarat στο Sonneberg της Θουριγγίας – το κυριότερο πεδίο όπου η Ελλάδα του 2023 αναμετράται, πάλι, με την θέση της στο Προσφυγικό/Μεταναστευτικό. Όμως ασφαλώς είναι χαρακτηριστικό σημείο του πού οδηγεί η πολιτική στρουθοκαμήλου και διγλωσσίας, η οποία αποτελεί την κυρίαρχη επιλογή – και σ’ εμάς, και στην ΕΕ – για το πολιτικά εκρηκτικό αυτό ζήτημα.

Στην Κορυφή της ΕΕ «27», όπου η καλοκαιρινή συνεδρία παραδοσιακά είναι αφιερωμένη στις οικονομικές/δημοσιονομικές προοπτικές: φέτος, «κανονικά» αυτό το ζήτημα θα διεκδικούσε μείζονα προσοχή, αφού και ο πληθωρισμός συνεχίζει να προβληματίζει, και σημάδια ύφεσης εμφανίζονται (ιδίως στην Γερμανία…), ενώ επιπλέον η μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών κανόνων/του Συμφώνου Σταθερότητας, δημιουργεί κραδασμούς. Ειδικά στην τωρινή Κορυφή, ασφαλώς η συνεχιζόμενη Ουκρανική κρίση – και μάλιστα με την Ρωσική ισορροπία να τραντάζεται μετά το οιονεί πραξικόπημα της «Βάγκνερ» του Πριγκόζιν, με συνέχεια ήδη την πιθανολογούμενη σύλληψη του στρατηγού Σουροβίκιν – δεν μπορεί παρά να ήταν στην πρώτη-πρώτη γραμμή των συζητήσεων. Και όμως, στην πρόσκληση προς τους ηγέτες των «27» κεντρική θέση είχε η «ισχυρή υπόμνηση/stark reminder της ανάγκης να συνεχισθεί ασταμάτητα η προσπάθεια ανταπόκρισης στην πρόκληση του Μεταναστευτικού για την Ευρώπη», και τούτο με ευθεία /άμεση αναφορά στο ναυάγιο της Πύλου/«the recent tragic shipwreck in the Mediterranean» (ονόματα δεν λέμε κατά την Ευρωπαϊκή συνήθεια, ο Μπάρακ Ομπάμα ήταν πιο άμεσος…).

Αυτή, λοιπόν, είναι μια πρώτη – βαριά – πρόκληση: σε επίπεδο Κορυφής αναγνωρίστηκε λίγο-πολύ ότι τα όσα προ ολίγον ημερών «αποφασίστηκαν» για επαναστόχευση της μεταναστευτικής πολιτικής της ΕΕ δεν αρκούν. Η πρόκληση αυτή ας ιδωθεί με μια δεύτερη, που συναρτάται άμεσα με την πρώτη: όταν είχε επιτευχθεί συμφωνία σε επίπεδο Συμβουλίου της ΕΕ για μια μετριότατη εκδοχή Ευρωπαϊκής αλληλεγγύης – θυμίζουμε: μέχρι 30.000 αιτούντες άσυλο να γίνονται υποχρεωτικά αποδεκτοί για μετεγκατάσταση από τις χώρες του κέντρου της ΕΕ ώστε να ελαφρύνονται οι χώρες πρώτης άφιξης, όσες όμως χώρες δεν τους θέλουν, ας «ξεχρεώνονται» με 20.000 ευρώ/άνθρωπο, ή/και με προσφορά τεχνικής βοήθειας… – είχαν ακουσθεί οι συνήθειες θριαμβολογίες Βρυξελλών για «τομή» και «αποφασιστικό βήμα» αλληλεγγύης. Ενώ επρόκειτο για μίνι-συμβιβασμό οριακών μεταβολών επί του διαβόητου «Δουβλίνου-2» του 2003 (που ήδη από το 2013 ισχύει ως «Δουβλίνο-3», μην παρεξηγηθείτε αν δεν το έχετε ξεκάθαρο στο μυαλό σας: οι διαφορές ρύθμισης είναι λίγες, το δε αληθινό προσφυγικό κύμα ήρθε αληθινά στην Ευρώπη ούτως ή άλλως το 2015-16).

Για την Ελλάδα, πάντως, λειτουργούν δυο πρόσθετες προκλήσεις: η μια έγκειται στο ότι είναι λάθος πώς δεν διαθέτουμε συγκροτημένη πολιτική στο Προσφυγικό/Μεταναστευτικό. Τα τελευταία χρόνια, αντιθέτως έχουμε και εφαρμόζουμε πολιτική αποτροπής εισόδου και απώθησης, καθώς και τέτοιας/τόσης επιβάρυνσης της κατάστασης όσων αιτούντων άσυλο κατορθώνουν να εισέρχονται παράτυπα («λαθρομετανάστες» ή «λάθρο» για μεγάλο μέρος της δημόσιας συζήτησης: οι λέξεις οδηγούν τις στάσεις ουσίας). Ακραίες εικόνες αυτής της πολιτικής μπορεί να υποχώρησαν  – τα pushbacks στο Αιγαίο πήγαν πίσω ως εικόνα, το τραγικό ναυάγιο της Πύλου ξανάφερε το θέμα διαφορετικά. οι φωτογραφήσεις μπροστά στον Φράχτη του Έβρου ας μη βλέπονται αποσπασμένα από τις πολιτικές θέσεις επί της ουσίας, καθώς πλέον ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ διαφωνεί με τον φράχτη, απλώς μιλά για αναποτελεσματικότητα. Όμως η ουσία αυτής της πολιτικής παραμένει.

Πλην, οι Ευρωπαίοι «εταίροι» και ο διεθνής Τύπος και τα ηλεκτρονικά Μέσα εγκαλούν την Ελλάδα για τις πρακτικές αυτές. Όλο και εντονότερα. Αλλοτε πιο υποκριτικά, άλλοτε εξ αποστάσεως – αλλά την εγκαλούν. Εκείνο που τώρα-τώρα διακινήθηκε, ακριβώς πριν την Κορυφή της ΕΕ «27», περί πρότασης/απειλής της Frontex να αποσυρθεί από την Ελλάδα ή/και να παγώσει την παρουσία της λόγω δυσπιστίας/καχυποψίας απέναντι στις Ελληνικές αρχές (βασικά το Λιμενικό) και στις διευκρινήσεις που παρέχονται μετά από επεισόδια μη-διάσωσης/απώθησης, είναι βαρύτερο απ’ ό,τι φαίνεται να συνειδητοποιείται σ’ εμάς. Η καημένη η ούτως ή άλλως χλιαρή Frontex έχασε προ έτους τον (εξαναγκασθέντα ατιμωτικά σε παραίτηση) επικεφαλής της Fabrice Leggeri, τον οποίο κάποτε είχαμε και παρασημοφορήσει, επειδή δεν θεωρούσε ότι υποχρεούται η Frontex σε τήρηση των. Θεμελιωδών δικαιωμάτων. ( Βέβαια… υπήρξαν και κάτι λερωτικά ζητήματα προμηθειών και κονδυλίων, που όμως πάντα υπάρχουν κάπου στο περιθώριο στην διαχείριση του Προσφυγικού/Μεταναστευτικού. Παντού).

Αυτή την φορά – τραγικό επεισόδιο Πύλου – με ωμό τρόπο η Frontex παρέπεμπε «στις Ελληνικές αρχές». Ενώ ο Ελληνικότατος τρόπος διερεύνησης – ΚΑΙ αυτής – της υπόθεσης, με την έμφαση στο απόρρητο και την γενική άρνηση ενδεχόμενης έστω ευθύνης, δεν βοήθησε. Ούτε βοήθησε στην Κορυφή τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος πορεύθηκε εν προκειμένω με Δημήτρη Καιρίδη (ως διεθνή αντίληψη) αντί Νότη Μηταράκη στο χαρτοφυλάκιο Μετανάστευσης και Ασύλου, μαζί όμως σταθερά με Σοφία Βούλτεψη (ως εσωτερικό ανέβασμα των τόνων). Βέβαια ο Ν. Μηταράκης, με νωπή την εμπειρία του προηγούμενου του χαρτοφυλακίου, βρίσκεται τώρα στο Προστασίας του Πολίτη, με την παράλληλη αρμοδιότητα φύλαξης συνόρων, νησίδων του Έβρου κοκ: η συνέχεια επί της οθόνης. Πάντως στην Κορυφή ο Κ.Μητσοτάκη δεν μπορούσε παρά να παραπονεθεί ότι «είναι άδικο» να εγκαλείται το Λιμενικό (που «σώζει ανθρώπους») συν να αποφύγει ερώτηση του Τύπου για ευθύνες της Ελλάδας στο φρικτό δυστύχημα της Πύλου.

Και έτσι φθάνουμε στην τελευταία πρόκληση, που κι αυτή αν είναι δύσκολη στην αντιμετώπισή της από μια χώρα που – πάντα! – γνωρίζει ότι ΑΥΤΗ έχει δίκιο, κι άλλος κανείς («Είμεθα έθνος ανάδελφον»). Οπότε όποιος διατυπώνει αντιρρήσεις, ή έστω θέτει ερωτήματα, εχθρός! Τι εννοούμε; Ότι τώρα ήταν οι New York Times (και η Monde) που ανακίνησαν το θέμα Frontex, πριν ήταν Guardian και Politico και SZ και BBC, νωρίτερα ακόμη το Spiegel («η υπόθεση της ανύπαρκτης μικρής Μαρίας»).

Ακόμη παλιότερα – μην το ξεχνάμε – αντίστοιχα ήταν εκεί τα διεθνή μέσα που κατακεραύνωναν την αδιανόητη κατάσταση στα camps της Μόριας ή/και στις πλατείες των Αθηνών και στο Πεδίον του Άρεως…

Εδώ, το εξαρτημένο αντανακλαστικό των Ελληνικών Κυβερνήσεων αλλά και του Ελληνικού μηντιακού μας κόσμου, ποιο είναι; Όταν η «ξένη ματιά» δεν βολεύει, συνωμοσία κατά της χώρας! Όταν τύχει και βολεύει, δικαίωση! Και η μεν Frontex  μπορεί να «πεισθεί» να παραμείνει στην Ελλάδα, έστω και με επιφυλάξεις. Όμως, στο ραντάρ των διεθνών Μέσων θα παραμένει η Ελλάδα – δυσάρεστα – για το Μεταναστευτικό. Το πώς θα ανταποκριθεί – τώρα, τώρα – η Ελλάδα σ’ αυτήν ακριβώς την τέταρτη πρόκληση του Προσφυγικού/Μεταναστευτικού, κινδυνεύει να προκαθορίσει την στάση της διεθνούς κοινής γνώμης (γιατί περί αυτής πρόκειται, οσάκις μιλούμε για τα διεθνή Μέσα…) στο αυριανό πεδίο των ΕλληνοΤουρκικών του Αιγαίου/ της Ανατολικής Μεσογείου. Μπορεί στο Προσφυγικό/Μεταναστευτικό να κρίνονται πολλά, αλλά στα διεθνοπολιτικά της περιοχής μας κρίνονται πολύ-πολύ περισσότερα. Και βαρύτερα.

Το αν «μας καταλαβαίνουν» παίζει καθοριστικό ρόλο. Εκείνο, δηλαδή, που επιχειρείται από την τόσο παραμελημένη σ’ εμάς δημόσια διπλωματία.