Η Ευρώπη ως καταφυγή στις στιγμές εκτροχιασμού

του Αντώνη Δ. Παπαγιαννίδη

 

Αν επιδιώξει κανείς – και αν τα καταφέρει: δυσκολότερο αυτό! – να προσπεράσει τόσο τον ζόφο όσο και την οργή μετά την σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών και να αναζητήσει ένα «μετά», διαπιστώνει ότι ήδη από τα επόμενα βήματα μετά την διαχείριση του πένθους και των άμεσων ευθυνών, εκδηλώθηκε ένα αντανακλαστικό στροφής προς την Ευρώπη.

Μπορεί αυτό να ηχεί κάπως ρηχά μετά τις πρωτοφανείς πορείες οργής, πολλών κυρίως όμως μη-παραίτησης των νέων από την μνήμη της τραγωδίας, μετά και την φιλότιμη προσπάθεια Γεροπετρίτη να πείσει ότι η Κυβέρνηση πέραν συμψηφισμών με το παρελθόν και εκφώνησης συγγνώμης, αφυπνίζεται. Όμως ο ίδιος ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ζήτησε – και είχε ανταπόκριση από την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάϊεν – να λάβει η Ελλάδα τεχνική (πάντως) βοήθεια από Βρυξέλλες προκειμένου να στήσει αναχώματα στην αίσθηση ακατεύθυντου ως προς την κατάσταση των Ελληνικών σιδηροδρόμων. Και όντως, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Σιδηροδρόμων /ERA προχώρησε σε άμεση οργάνωση αποστολής στην Ελλάδα Και ναι μεν ανακοινώθηκε ότι «η Ελλάδα θα αξιοποιήσει πλήρως την εμπειρογνωμοσύνη και την εμπειρία των Ευρωπαϊκών υπηρεσιών». Πλην ο επικεφαλής της ERA Γιόζεφ Ντοπελμπάουερ – μιλώντας στο Euronews – φρόντισε να έχει τοποθετηθεί, προτού βρεθεί στην Αθήνα, πολύ επικριτικά για την κατάσταση στην Ελλάδα «κατά την διάρκεια των τελευταίων ετών». Χαμηλές επιδόσεις όσον αφορά την ασφάλεια/τα θανατηφόρα ατυχήματα, «μηδενικές εκθέσεις διερεύνησης από τον εθνικό φορέα», προβληματικό γεγονός ότι «τα χρήματα δεν δαπανήθηκαν όπως είχε προγραμματισθεί». Και πάντως υπενθύμισε η ERA ότι «η υποχρέωση διερεύνησης ανήκει στο κράτος μέλος».

Άλλη Ευρωπαϊκή  διάσταση – αυτή πιο επικεντρωμένη στην κυρίως οικονομική διαχείριση – το ενδιάφερον της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας , που ξεκίνησε ήδη έρευνα για την διαβόητη Σύμβαση 717 (για τηλεδιοίκηση/ σηματοδότηση), είχε υπογραφεί το 2014 επί Κυβέρνησης Σαμαρά, στην έξοδό της. Εδώ, βέβαια, η έμφαση είναι οι «πιθανές ζημίες στα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ».

Θέσεις Κώστα Σημίτη

Εν τω μεταξύ, σε αληθινά πολυεπίπεδη συνέντευξή του στην ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, ο Κώστας Σημίτης βρέθηκε να καλύπτει ευρύτατη γκάμα θεμάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η συνέντευξη αυτή αναπαρήχθη αμέσως – παρά την κυριαρχία στην θεματολογία της τραγωδίας των Τεμπών – σε πλήθος ψηφιακά και έντυπα Μέσα. Αξιοπαρατήρητο είναι, ωστόσο, ότι η κάθε πλευρά «τραβούσε» εκείνα από την επιχειρηματολογία Σημίτη που θεωρούσε ότι επιβεβαίωναν τις δικές της εκτιμήσεις ή προβολές. Δείτε:

  • Ναι μεν για την πορεία της οικονομίας «η μεγάλη εικόνα είναι προς μια θετική κατεύθυνση». Το δε επενδυτικό κλίμα «που επιδιώκει να δημιουργήσει η Κυβέρνηση είναι ένας επιβεβλημένος στόχος», πλην όμως «μέχρι σήμερα έχει αποδώσει ασταθή αποτελέσματα». Στις περισσότερες περιπτώσεις, «κυριαρχούν επενδύσεις στο real estate και deals από κερδοσκοπικά funds, τα οποία μάλιστα συχνά χρηματοδοτούνται με δανεικά από Ελληνικές τράπεζες! Δηλαδή με τα εθνικά μας κεφάλαια, οι ξένοι αποκτούν τον έλεγχο της οικονομίας μας». Δεν το διαβάζει κανείς συχνά, αυτό το επιχείρημα προσγείωσης.
  • Στο φλέγον ζήτημα της επιδοματικής πολιτικής που κυριάρχησε τα τελευταία χρόνια, η άποψη Σημίτη είναι ότι «οι μαζικές παροχές επιδομάτων είναι μεν θετικές στον οικογενειακό προϋπολογισμό», πλην όμως «είναι βλαπτικές στο σύνολό τους καθώς διεύρυναν το δημόσιο έλλειμμα δημιουργώντας συνθήκες επιβολής νέων φορολογικών μέτρων». Κι αυτό, προεκλογικές ημέρες, δεν το συναντά κανείς στην δημόσια συζήτηση.
  • Στο θέμα του ρόλου και των προοπτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο Κώστας Σημίτης επανήλθε στην πάγια άποψή του ότι «ο,τιδήποτε ευνοεί την λειτουργία και τον ρόλο της ΕΕ ευνοεί και τα εθνικά μας συμφέροντα», πλην όμως προσέθεσε και ότι «ο ρόλος της Ευρώπης θα πρέπει να είναι αποτρεπτικός ενός νέου διπολισμού ΗΠΑ-Κίνας»…

Νέα παρέμβαση Άννας Διαμαντοπούλου

Στην παρουσίαση βιβλίου του Αλέκου Κρητικού – για την Πολιτική Συνοχής της ΕΕ και της Ελλάδας – η Άννα Διαμαντοπούλου θύμιζε ότι στα μεγάλα έργα του Ταμείου Συνοχής συγκαταλέγονται εμβληματικά: το TGV Μαδρίτης-Βαρκελώνης, η γέφυρα Τάγου στην Λισαβώνα κι από Ελλάδα, τι; Κρατηθείτε! Η Εγνατία και… ο σιδηροδρομικός άξονας Αθήνα-Θεσσαλονίκη.

Πάτε λοιπόν πίσω να δείτε τους χρόνους παρεμβάσεων του Ταμείου Συνοχής και επανέλθετε στον πλανήτη Γη, μετά την τραγωδία των Τεμπών.

Στην ίδια τοποθέτησή της, η Α. Διαμαντοπούλου προσπάθησε να συνδέσει (όπως άλλωστε και ο Αλέκος Κρητικός στο βιβλίο του) την ανάπτυξη της πολιτικής συνοχής με τις μεγάλες στιγμές της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης: (α) διευρύνσεις της τότε ΕΟΚ, δεκαετίας του ΄80, προς τον Νότο πλην όμως, με «σύμπτωση Ευρωπαϊστών, Σοσιαλδημοκρατίας και δυνάμεων του Νότου», (β) αντιστάθμιση της επίπτωσης της Εσωτερικής Αγοράς, δεκαετίας του ΄90 και 2000 (γ) νέα, μεγάλη διεύρυνση αρχικά προς Βορρά αλλά και εν συνεχεία προς Ανατολάς και τώρα (δ) δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης με υπέρβαση του ταμπού της αμοιβαιοποίησης χρέους, τώρα.

Έως εδώ, περιγραφική η προσέγγιση! Όμως στο ερώτημα αν όλη αυτή η επιδίωξη της «συνοχής» ως συγκολλητικής ουσίας μεταξύ των κοινωνικών «με την αίσθηση ότι ανήκουν στο ίδιο σύνολο», η απάντηση Διαμαντοπούλου προκύπτει μάλλον αρνητική. Γιατί; Πρώτον, η μείωση των περιφερειακών ανισοτήτων πήγε μπρος-πίσω. δεύτερον, η πολιτική συνοχής παγίως προσεγγίσθηκε ως αντιστάθμισμα ή – το πολύ-πολύ – συνοδευτικό μέτρο άλλων πολιτικών (αγοράς, νομίσματος…).

Κυρίως όμως επειδή δεν επιδιώχθηκε/πάντως δεν επετεύχθη να δημιουργηθεί στις νεότερες γενιές η «αίσθηση του ανήκειν και της δημιουργίας μιας Ευρωπαϊκής ταυτότητας».