Το οικονομικό κλίμα στο κλείσιμο του 2023, η στόχευση του Ταμείου Ανάκαμψης

του Αντώνη Δ. Παπαγιαννίδη

 

Μια γρήγορη ματιά του «πώς έκλεισε» το 2023, προτού δηλαδή καταγραφούν όλα τα θετικά/επαινετικά σχόλια του ECONOMIST για την Ελληνική οικονομία, ή και διαβαστούν τα σενάρια που δίνει π.χ. το ΚΕΠΕ για ανάπτυξη 2,2% για το σύνολο του 2023 και 2,8% για το 2024 (στην Ετήσια Έκθεση του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας), δίνει η τελική μηνιαία Έρευνα Οικονομικής Συγκυρίας του ΙΟΒΕ (για τον Δεκέμβριο 2023). Έκθεση, θυμίζουμε, καταρτίζεται με βάση κοινό εναρμονισμένο πρόγραμμα το οποίο στηρίζεται από την Γενική Διεύθυνση EcFin της Επιτροπής ανά την ΕΕ, προκειμένου να υπάρχει μια κοινή αποτύπωση του οικονομικού κλίματος στους «27».

Λοιπόν: ενώ στην ΕΕ (και την Ευρωζώνη) η καταγραφή της έρευνας του ΙΟΒΕ αναφέρει «μικρή ενίσχυση του οικονομικού κλίματος», με βελτίωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης και καλύτερες προσδοκίες σε Κατασκευές, Υπηρεσίες και Λιανικό Εμπόριο (στην Βιομηχανία οι προσδοκίες αμετάβλητες), στην Ελλάδα ο δείκτης οικονομικού κλίματος καταγράφει «οριακή υποχώρηση». Προκύπτει το συνολικό αυτό αποτέλεσμα από «ήπια ενίσχυση» στην καταναλωτική εμπιστοσύνη, υποχώρηση στην Βιομηχανία αλλά και μικρή βελτίωση στους υπόλοιπους κλάδους. Για το ΙΟΒΕ, το πέρασμα στον νέο χρόνο γίνεται σε σταθερότερες και ισχυρότερες βάσεις για τις επιχειρήσεις, ενώ στην καταναλωτική εμπιστοσύνη θεωρείται ότι «οι δυσμενείς επιπτώσεις της ακρίβειας έχουν ήδη ενσωματωθεί σε μεγάλο βαθμό στον δείκτη» – βοήθησε εν συνεχεία και η εορταστική περίοδος…

Αποκλιμακώθηκαν, εν τω μεταξύ, οι προβλέψεις για περαιτέρω άνοδο των τιμών, ενώ υποχώρησε και το ποσοστό εκείνων των καταναλωτών που χρειάζεται να αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους.

Εν τω μεταξύ, και επειδή εισαγωγικά αναφερθήκαμε στις προβλέψεις ΚΕΠΕ/Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας για την έκβαση του 2023 και τις προοπικές του 2024, ας σημειωθεί ότι – κατά τους υπολογισμούς τους για την αμέσως προηγούμενη περίοδο (2022) –  η παραγωγικότητα ανά ώρα εργασίας σημείωσε αύξηση 0,3% ενώ η παραγωγικότητα της εργασίας ανά απασχολούμενο 2%. Η συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών παραγωγής βελτιώθηκε κατά 2,9% αν κανείς βασιστεί στις συνολικές ώρες εργασίας ή 3,8% αν βασιστεί στο ύψος της απασχόλησης. Η διατήρηση και βελτίωση αυτών των επιπέδων ανόδου της παραγωγικότητας θα είναι αναγκαία, αν οι θετικές καταγραφές κλίματος και προσδοκιών είναι να αρχίσουν να ριζώνουν/να μακροπροθεσμοποιούνται. Και μάλιστα με δεδομένο ότι και σε αυτά τα επίπεδα η μέση παραγωγικότητα στην Ελλάδα εμφανίζει σημαντική (και, το χειρότερο, σταθερή) υστέρηση έναντι εκείνης των Ευρωπαϊκών χωρών.

Έτσι, πάλι στρεφόμενος κανείς στις προβλέψεις και τις προβολές του ΚΕΠΕ, αξίζει να καταγράφει την έμφαση που τίθεται τις επενδύσεις – και μάλιστα στο να «ευθυγραμμισθεί η χρήση του Ταμείου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας με τους μακροπρόθεσμους στρατηγικούς στόχους της Ελλάδας». Και τούτο επειδή «φαίνεται να υπάρχει ανεπαρκής έμφαση σε τομείς χαρακτηριζόμενης από υψηλή παραγωγικότητα, περιορισμένη εξάρτηση από εισαγωγή και ελάχιστα επίπεδα εκπομπών άνθρακα».