Από τις ιδιωτικοποιήσεις στην κρατική επαναφορά, στον αστερισμό των κρίσεων: συνεχίζεται – και μέχρι πού; – η κίνηση του εκκρεμούς

του Αντώνη Δ. Παπαγιαννίδη

 

Η εποχή των ιδιωτικοποιήσεων/αποκρατικοποιήσεων, στην Ελλάδα των τριών τελευταίων δεκαετιών, είχε ακολουθήσει μια μεγάλη περίοδο επέκτασης της παρουσίας του Κράτους στην λειτουργία της οικονομίας, ιδίως την πρώτη περίοδο μετά την Μεταπολίτευση. Τώρα, πάλι, διαδοχικές κρίσεις επαναφέρουν το Κράτος στο προσκήνιο.

Προλογίζοντας το βιβλίο του Κώστα Μητρόπουλου, που πραγματεύεται τις «ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα», με την διερώτηση αν πρόκειται για «τέλος ενός δρόμους;», ο Γιώργος Παγουλάτος (Καθηγητής στο ΟΠΑ, πρέσβυς της Ελλάδας στον ΟΟΣΑ) κάνει ανάλογη με του Μητρόπουλου αποτίμηση: ότι δηλαδή «οι αποκρατικοποιήσεις στην Ελλάδα εισήλθαν στην δημόσια ατζέντα από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 στη βάση πραγματιστικών κυρίως (και πολύ λιγότερο ιδεολογικών) επιχειρημάτων». Άλλωστε, και διεθνώς ο δημοσιονομικός παράγοντας «έχει υπάρξει μια από τις καθοριστικότερες κινητήριες δυνάμεις των αποκρατικοποιήσεων», ενώ η συσσωρευμένη ιστορική εμπειρία δείχνει ότι ο ακαδημαϊκός και δημόσιος διάλογος περί ιδιωτικοποιήσεων είναι πλέον  πολύ πιο πραγματιστικός. Υπό την έννοια ότι αναγνωρίζονται τα – αδιαμφισβήτητα, κατά Παγουλάτο – πλεονεκτήματα των αγορών, αλλά και τα όριά τους.

Τα όρια αυτά «γίνονται πιο εμφανή σε συγκυρίες μεγάλων οικονομικών κρίσεων». Σ’ αυτές ο Παγουλάτος αναφέρει την μεγάλη χρηματοπιστωτική κρίση (και την συνακόλουθη ύφεση) του 2008-09 (σ’ εμάς πολύ βαθύτερη και μακρότερης διάρκειας έτσι όπως βιώθηκε ως κρίση χρέος και βαρύτατης διόρθωσης…). την κρίση  της πανδημίας του 2020. την ενεργειακή κρίση μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022 (με συνέπεια την επανεμφάνιση πληθωρισμού και τον τραυματισμό των ρυθμών ανάπτυξης). Σ’ αυτήν την διαδοχή κρίσεων, ο Γ. Παγουλάτος προσθέτει ως «μητέρα των παγκοσμίων κρίσεων» την κλιματική κρίση. Για να φθάσει στο – ρητορικό, προδήλως – ερώτημα αν μπορεί να αντιμετωπισθεί η κρίση «χωρίς αποφασιστικό στρατηγικό, επενδυτικό, δημοσιονομικό και ρυθμιστικό ρόλο του Κράτους και χωρίς συντονισμό των Κυβερνήσεων σε διεθνές διακρατικό επίπεδο;».

Το συμπέρασμα είναι ότι ασφαλώς οι κυβερνήσεις «ορθώς και απόλυτα πραγματιστικά» επιστράτευσαν τα εργαλεία του κράτους: αντικυκλική μακροοικονομική πολιτική, ενισχυμένη ρύθμιση των αγορών, ανάκτηση του δημοσίου ελέγχου σε επιλεγμένους τομείς της οικονομίας ή σε κρίκους των διεθνοποιημένων αλυσίδων παραγωγής και εμπορίας. Εν συνεχεία, όμως, «επιβάλλεται να αρχίσει να αποσύρεται ο δημόσιος τομέας και οι κρατικές παρεμβάσεις όταν αποκαθίστανται στην οικονομία οι συνθήκες ισορροπίας.

Από την εποχή του διλήμματος «Κράτος ή αγορά», βρισκόμαστε στην συνειδητοποίηση της ανάγκης διαρκούς συντονισμού μεταξύ των δύο. Στην – κατά Παγουλάτο – «διαρκή αναζήτηση του καλύτερου μείγματος συνεργασίας και συμπράξεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Κίνηση του εκκρεμούς, σε αναζήτηση σημείου ισορροπίας…