Γνωριμία με το «στοχαστικό μετέωρο» Κώστα Αξελό

 

Ξεκίνησε ως παρουσίαση του βιβλίου Κώστας Αξελός: η νοσταλγία του μέλλοντος (Βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ), της Κατερίνας Δασκαλάκη (που έζησε με τον Αξελό επί σχεδόν τρεις δεκαετίες) κατέληξε όμως σε κάτι που περισσότερο έμοιαζε με γνωριμία με μια ιδιαίτερη περίπτωση ανθρώπου της σκέψης και συνάμα της δράσης. Στην πάντα φιλόξενη αίθουσα του ΙΑΝΟΥ, ένα ανάμεικτης σύνθεσης κοινό – τα πρεσβεία είχε ο Παντιάς Σκαραμαγκάς, ο οποίος γνώρισε από το ξεκίνημά του τον Αξελό και ο οποίος συνεισέφερε υλικό για τα πρώτα του χρόνια στην έρευνα της Κατερίνας Δασκαλάκη – περιλάμβανε μέχρι και φοιτητές που περισσότερο γνώριζαν μια σχεδόν θρυλική μορφή ιστορικού (ήδη) παρελθόντος, αλλά και μονίμων αναζητήσεων του φιλοσοφικού στοχασμού.

Η δρ Φιλοσοφίας Servanne Jolivet, που θυμόταν την παρουσία του Αξελού ήδη  στην υποστήριξη της διατριβής της, και ο καθηγητής Φιλοσοφίας του Παντείου Γιώργος Φαρέκλας προσέγγισαν τόσο την στοχαστική διαδρομή του Αξελού όσο και την προσπάθεια του βιβλίου της Κ. Δασκαλάκη, αποφεύγοντας τον βιογραφισμό, να κρατήσει την σωστή απόσταση από την φιγούρα του Αξελού ώστε να προσεγγίσει την αλήθεια ενός έργου, που ωστόσο δεν παρουσιάζει χάσμα σκέψης-ζωής. Πράγμα όχι συχνό για παρόμοιες διοργανώσεις (στο κάτω-κάτω της γραφής μιλούμε για μελετητή του Ηράκλειτου, για τον συγγραφέα του «Παιχνιδιού του Κόσμου») στο τέλος μια παρευρισκόμενη ζήτησε τον λόγο προκειμένου να ευχαριστήσει που υπήρξε/που γράφτηκε και κυκλοφόρησε το  βιβλίο «Η νοσταλγία του μέλλοντος» , το οποίο την βοήθησε να γνωρίσει με ανοιχτό και προσβάσιμο τρόπο τον Αξελό. Ενώ άλλοι δυο παρεμβαίνοντες εισέφεραν το πόσο «κανονικός άνθρωπος» και διαθέσιμος στην συζήτηση ήταν ο Κώστας Αξελός σε όσους έτυχε να συναπαντηθούν μαζί του.

Πάντως, στην συζήτηση φιλοξενήθηκαν και πτυχές ζωής του Αξελού όπως έζησε τα χρόνια της Αντίστασης και της αληθινής διακινδύνευσης στην Ελλάδα της Κατοχής, έτσι που έζησε άμεσα την πραγματικότητα τού «ο εμφύλιος πόλεμος άρχισε σχεδόν από την επομένη που οι Γερμανοί ήρθαν στην Ελλάδα» αλλά και μετέσχε στην Αντίσταση κατά των Γερμανών με το όπλο στο χέρι, έφηβος ακόμη. Αυτό ακριβώς το παρελθόν του έδωσε την δυνατότητα, όταν στην Γαλλία της δεκαετίας του ΄50 συναντήθηκε με την διαδρομή του μεγάλου Γερμανού φιλοσόφου Χάϊντιγκερ (που είχε βρεθεί αποσυνάγωγος λόγω της εγγύτητάς του προς το ναζιστικό καθεστώς), τον οποίο όμως η διεθνής κοινότητα των φιλοσόφων – και η ίδια η Γαλλική αριστερή διανόηση – δεν ήταν δυνατόν να αγνοήσει, να αντιμετωπίσει με ευθύτητα τον μεγάλο μελετητή του Ηρακλείτου και των Προσωκρατικών. Αναφερόταν στην τραγική φιγούρα του Γερμανού ως χαρακτηριζόμενο από «μια ορισμένη πολιτική τυφλότητα», ενώ τον καλούσε στις συναντήσεις τους «με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να ξεκαθαρίσει αυτήν την κατάσταση. Δυο φορές του εξέθεσε δια μακρόν και ήρεμα αυτά τα επιχειρήματα, αλλά δεν πήρε απάντηση. Σιωπή» (αφηγείται η Κ. Δασκαλάκη).

Λιγότερο βαρύ, αλλά πολύ ενδιαφέρον και το συναπάντημα του Αξελού με τον Μάη του ΄68: συμμετέχει μεν στην «Επαναστατική Επιτροπή Φοιτητών και Καθηγητών», βλέπει όμως γρήγορα ότι το φοιτητικό κίνημα «ισχυρό στην αφηρημένη άρνηση, δεν ήξερε καθόλου τι ήταν αυτό που ήθελε με τρόπο συγκεκριμένο». Και η εκτροπή της κινηματικής βάσης προς τα Αριστερά;. «Για να εκτραπεί μια δύναμη, χρειάζεται ένας χώρος. Αυτός ο χώρος δεν μοιάζει να υπάρχει […]. Έτσι, όλα επέστεψαν στην – ελάχιστα μεταρρυθμισμένη – τάξη, μια τάξη κατεστημένη και αποκατεστημένη […]. Σε κάθε περίπτωση, καμιά άλλη κοινωνία δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα».

Αλλά χαρακτηριστική και η διασταύρωση με τον Ζαν-Πωλ Σαρτρ: πρόσφατα τιμημένος με το Νόμπελ, εκείνος ζητά να μην μετέχει ο Αξελός σε διοργάνωση της Ένωσης Κομμουνιστών Φοιτητών, και τούτο καθώς σε άρθρο του ο Αξελός είχε γράψει το: «τότε που οι άλλοι κάνουν αντίσταση με τα αυτόματα στο χέρι και θέτουν σε κίνδυνο τα κορμιά τους, ο Σαρτρ επεξεργάζεται ένα θέατρο και μια φιλοσοφία της ύπαρξης, διακινδυνεύοντας την ψυχή του»…

Αυτά τα επεισόδια, αλλά και η σημαντική προσπάθεια της Κατερίνας Δασκαλάκη να μην «διδάξει» αλλά να δώσει τον μίτο της Αριάδνης για παρακολούθηση της διαδρομής της σκέψης του Αξελού, κάνουν το βιβλίο αυτό ένα ανάγνωσμα στα όρια του συναρπαστικού. Αξίζει πάντως και μια άλλη αναφορά: εκείνη στην τιμητική υποδοχή του Αξελού στην πατρογονική Σητεία. Καλείται από το κοινοτικό συμβούλιο του χωριού-ρίζας των Αξελών Ρούσα Εκκλησιά, που τον ανακηρύσσει με Ψήφισμα επίτιμο δημότη, να απευθυνθεί στο συγκεντρωμένο μικρό κοινό. Αφηγείται η Κ. Δασκαλάκη: «Ο Κώστας Αξελός, που είχε αμέτρητες φορές διδάξει σε πανεπιστημιακές αίθουσες, και είχε δώσει διαλέξεις σε αμφιθέατρα, είχε μιλήσει σε μεγάλους κατάμεστους χώρους […] όταν σηκώθηκε να απευθυνθεί σ’ ένα τόσο «αλλιώτικο» και ετερόκλητο κοινό ήταν φανερό ότι έδειχνε κάτι σαν …τρακ». Ξεκινώντας με ένα «Αγαπητοί μου συγχωριανοί», δήλωσε ότι θα προσπαθούσε να εξηγήσει «τι είναι αυτό που επιχειρούσε πολλά χρόνια τώρα» –  και, σε ένα δεκάλεπτο διάστημα, έδωσε «ένα βαθύ και απολύτως κατανοητό μάθημα φιλοσοφίας, που έκλεινε όλες τις μεγάλες έννοιες για τον Κόσμο, για το Παιχνίδι, για την ζωή του Ανθρώπου και την Περιπλάνησή του».

Ένα ανάλογο εγχείρημα, λοιπόν, είναι εκείνο που έκανε στο βιβλίο της και η Κατερίνα Δασκαλάκη, και που επανέφερε η συνάντηση για τον Κώστα Αξελό στον ΙΑΝΟ.